Κυριακή βράδυ. Οι γιορτές έχουν σχεδόν τελειώσει, και τα Τρίκαλα, η πόλη που έζησε και φέτος το μεγαλείο των Χριστουγέννων, ετοιμάζονται να χαμηλώσουν τα φώτα τους. Περπατώ στους δρόμους της. Μια βόλτα μοναχική. Από αυτές που χρειάζεσαι για να αποχαιρετήσεις κάτι όμορφο και να συνειδητοποιήσεις πόσο σου έλειψε ήδη. Μια βόλτα που κάνω κάθε χρόνο, εδώ και πολλά χρόνια, την τελευταία βραδιά των… Χριστουγέννων.
Η πόλη λάμπει ακόμα, μα κάτι στη λάμψη αυτή έχει αλλάξει. Τα λαμπιόνια συνεχίζουν να φωτίζουν, αλλά ο κόσμος από αύριο θα αρχίσει να λιγοστεύει. Η φασαρία της γιορτής σιγά-σιγά θα δώσει τη θέση της στη σιωπή. Και μέσα σ’ αυτή τη σιωπή, νιώθεις κάθε συναίσθημα πιο έντονα. Τα Χριστούγεννα δεν είναι πια εδώ, αλλά η μαγεία τους ακόμα αιωρείται στον αέρα.
Περνώ από τη γέφυρα του Ληθαίου. Το παγωμένο νερό κυλά αργά, σαν να θέλει κι αυτό να κρατήσει λίγο ακόμα τη στιγμή. Οι αντανακλάσεις από τα τελευταία χριστουγεννιάτικα φώτα χορεύουν στην επιφάνειά του, σαν ένα τελευταίο αποχαιρετιστήριο τραγούδι. Έχει κρύο, αλλά δεν με πειράζει. Τα χνώτα μου σχηματίζουν μικρά σύννεφα στον αέρα, κι εγώ στέκομαι εκεί, απολαμβάνοντας την παγωμένη ομορφιά της στιγμής.
Σκέφτομαι πόσοι άνθρωποι πέρασαν από εδώ φέτος. Πόσες χιλιάδες φωτογραφίες τραβήχτηκαν με φόντο τα στολισμένα δέντρα, τα λαμπερά σοκάκια και τον Μύλο των Ξωτικών. Πόσες στιγμές χαράς, γέλιου και παιδικής αθωότητας μοιράστηκαν στους δρόμους αυτής της πόλης. Κι όμως, τώρα που όλα αυτά τελειώνουν, η καρδιά βαραίνει. Τα Χριστούγεννα έχουν αυτό το παράδοξο: σου γεμίζουν την ψυχή με φως, αλλά όταν φεύγουν, αφήνουν πίσω τους ένα μικρό κενό.
Αυτή η πόλη δεν με γέννησε. Δεν είναι η πόλη που μεγάλωσα. Αλλά είναι η πόλη που που έχει χαρίσει ατελείωτες όμορφες στιγμές. Κάθε φορά που τα Τρίκαλα φορούν τα γιορτινά τους, η αίσθηση είναι η ίδια. Μια οικειότητα που δεν περιγράφεται, μια σύνδεση με κάτι μεγαλύτερο, κάτι πέρα από το παρόν. Και τώρα, λίγο πριν τα φώτα σβήσουν, αυτό το συναίσθημα είναι πιο δυνατό από ποτέ.
Βγάζω τη φωτογραφική μου μηχανή και αρχίζω να τραβάω φωτογραφίες. Δεν θέλω να ξεχάσω αυτή τη στιγμή. Τις τελευταίες ώρες πριν η αυλαία πέσει. Θέλω να κρατήσω αυτές τις εικόνες – το ποτάμι, τα λαμπιόνια, τους περαστικούς που περπατούν σιωπηλοί, σαν να μη θέλουν να διαταράξουν τη γαλήνη της στιγμής. Θέλω να θυμάμαι αυτή την αίσθηση, αυτή την ήσυχη μαγεία που δεν χρειάζεται γιορτές για να υπάρχει.
Καθώς τα φώτα σβήνουν και η πόλη επιστρέφει στους κανονικούς της ρυθμούς, ξέρω ότι η μαγεία δεν χάθηκε. Είναι ακόμα εδώ, στις αναμνήσεις μας, στις στιγμές που ζήσαμε. Τα Χριστούγεννα έφυγαν, αλλά το φως που άφησαν πίσω τους θα μας συντροφεύει μέχρι την επόμενη φορά. Μέχρι να φορέσει η πόλη ξανά τα γιορτινά της και να γεμίσει με ζωή.
Κι εγώ, θα περιμένω εκείνη τη στιγμή. Με ανυπομονησία αλλά και ευγνωμοσύνη. Γιατί κάθε τέλος είναι απλώς μια νέα αρχή. Και στα Τρίκαλα, αυτή η αρχή είναι πάντα γεμάτη φως, ακόμα και όταν τα φώτα σβήνουν.