Τάκης Δερβένης: Ο άνθρωπος που “ξαναγέννησε” τη Σκιάθο – Η ιστορία του οραματιστή που έκανε τον άγνωστο παράδεισο κοσμοπολίτικο προορισμό

Location-1

Σκιάθος, τέλη της δεκαετίας του ’50. Ένα νησί που μοιάζει περισσότερο με μυστικό παρά με τόπο. Χωρίς λιμάνι, χωρίς δρόμους, χωρίς ρεύμα. Χωρίς τουρισμό. Ένας τόπος σχεδόν παρθένος, αγκαλιασμένος από πεύκα και θάλασσες με αποχρώσεις του πράσινου και του γαλάζιου που δεν περιγράφονται. Μόνο όσοι είχαν «το σημάδι» έφταναν εκεί. Μόνο όσοι πίστευαν στην αυθεντική ομορφιά και στην αύρα του ανείπωτου.

 

 

Σε αυτό το άγνωστο τοπίο, το καλοκαίρι του 1958, φτάνει ένας νεαρός άνδρας από τον Πειραιά, μαζί με την αγαπημένη του Έλσα και φίλους. Ονομάζεται Τάκης Δερβένης και δεν έχει ακόμη ιδέα ότι το νησί αυτό θα καθορίσει το υπόλοιπο της ζωής του – και την ίδια του την υστεροφημία.

Μέσα σε ένα νησί χωρίς ηλεκτρικό και νερό, όπου οι επισκέπτες έμεναν σε δωμάτια με λυχναράκια και κανάτες, ο Δερβένης βλέπει όχι μόνο την ομορφιά, αλλά και τη δυνατότητα. Και κυρίως, νιώθει. Νιώθει τον μαγνητισμό του τόπου. Την εσωτερική του γαλήνη. Και παίρνει την απόφαση της ζωής του

Ο Τάκης Δερβένης είχε γνωρίσει από μικρός την αβεβαιότητα. Γεννήθηκε το 1930 στην Κόνιτσα της Ηπείρου, μεγάλωσε στη Ρουμανία, και μετά τον πόλεμο επέστρεψε ως πρόσφυγας στην Ελλάδα. Δούλεψε σκληρά στον Πειραιά, πρώτα σε ναυτικό πρακτορείο και μετά με μια μικρή ναυτιλιακή επιχείρηση. Όταν αυτή διαλύθηκε, βρέθηκε χωρίς δουλειά – και μπροστά στο δίλημμα: να επιστρέψει στην ασφάλεια του εργοστασίου μαρμάρων του πεθερού του ή να ακολουθήσει το ένστικτό του. Η Έλσα τον ενθάρρυνε να ακολουθήσει το δεύτερο.

Το Πάσχα του 1960, μαζί με τον αδερφό του Θεμιστοκλή, επιστρέφουν στη Σκιάθο. Η διαδρομή από την Κύμη δύσκολη. Το πλοίο δεν δένει καν στο λιμάνι, και οι επιβάτες αποβιβάζονται με βάρκες. Είναι Μεγάλο Σάββατο βράδυ, βρέχει, φυσάει, όμως εκείνοι αισθάνονται γαλήνη. Την επομένη βρίσκουν ένα μικρό μαγαζί στο χωριό, που το νοικιάζουν από τον ηλικιωμένο που πωλούσε εφημερίδες. Και ξεκινούν.

Με δανεικά χρήματα στήνουν την πρώτη ταβέρνα, με την πρώτη πετρελαιοκίνητη ηλεκτρογεννήτρια στη Σκιάθο. Οι εισπράξεις του καλοκαιριού πενιχρές. Οι δυσκολίες τεράστιες. Κι όμως, τον Δεκέμβριο του 1960, ο Τάκης και η Έλσα παντρεύονται, με απόφαση αμετάκλητη να ριζώσουν στο νησί.

Από εκείνη τη στιγμή, ο Τάκης Δερβένης δεν σταματά. Κάθε χρόνο και ένα νέο κατάστημα. Ζαχαροπλαστείο, μαγαζί με τουριστικά είδη, χορευτικό κέντρο, γραφείο ταξιδίων. Όραμά του, η δημιουργία μιας νέας τουριστικής ταυτότητας για το νησί. Όχι μαζικός τουρισμός. Όχι τυχαία ανάπτυξη. Αλλά τουρισμός με χαρακτήρα, με αισθητική, με ποιότητα. Το πρώτο του ξενοδοχείο, με 19 δωμάτια, το ονομάζει “Κουκουναριές” — φόρος τιμής στην παραλία που τον μάγεψε.

Το 1963 αρχίζει η πρόσβαση στις Κουκουναριές με δρόμο από τη ΜΟΜΑ. Ταυτόχρονα, ο ΕΟΤ ξεκινά την κατασκευή του ξενοδοχείου Ξενία, που ολοκληρώνεται το 1967, με τον Δερβένη ως πρώτο και μοναδικό ανάδοχο για περισσότερες από τρεις δεκαετίες. Η περιοχή αλλάζει όψη. Η Σκιάθος ανασαίνει, ξυπνά.

Αλλά το μεγάλο του άλμα έρχεται το 1968, όταν αγοράζει το οικόπεδο για το “Σκιάθος Παλλάς”. Επιστρατεύει τους κορυφαίους αρχιτέκτονες και μηχανικούς της εποχής, τον Φραγκίσκο Κεφαλόπουλο και τον Βίκτωρα Αμπακούμκιν. Ο θεμέλιος λίθος τίθεται στις 20 Ιουνίου 1971 με μεγάλη επισημότητα. Το 1972 εγκαινιάζεται το εμβληματικό ξενοδοχείο. Τα επόμενα χρόνια προστίθενται πτέρυγες, δωμάτια, υποδομές.

Το Σκιάθος Παλλάς γίνεται σημείο αναφοράς για τη διεθνή υψηλή κοινωνία. Επώνυμοι επισκέπτες, προσωπικότητες, άνθρωποι της τέχνης, της πολιτικής, της επιχειρηματικότητας περνούν από τα δωμάτιά του. Όμως για τον ίδιο, το σημαντικότερο δεν ήταν οι διάσημοι — αλλά οι πρώτοι εκείνοι επισκέπτες, που έβλεπαν τη Σκιάθο με τα δικά του μάτια. Ως ευλογία.

Ο Τάκης Δερβένης δεν ήταν απλώς επιχειρηματίας. Ήταν ένας οραματιστής. Ένας άνθρωπος που διέκρινε το μέλλον σε ένα χωμάτινο μονοπάτι. Που δεν φοβήθηκε να επενδύσει σε ένα άγνωστο νησί, τότε που όλοι θα το προσπερνούσαν. Που έβαλε τις βάσεις για να γίνει η Σκιάθος αυτό που είναι σήμερα: ένας διεθνώς αναγνωρισμένος προορισμός.

Απεβίωσε το 2005, αφήνοντας πίσω του έργο, παρακαταθήκη και μία ολόκληρη γενιά που θυμάται τον “κύριο Τάκη” ως κάτι παραπάνω από επιχειρηματία. Τον θυμάται ως αρχοντικό οικοδεσπότη, ευγενή άνθρωπο, σταθερό φίλο, ειλικρινή χαμογελαστό καθοδηγητή.

Η Σκιάθος μπορεί να είναι σήμερα γνωστή σε όλο τον κόσμο. Μα δεν θα ήταν ίδια χωρίς το αποτύπωμα εκείνου του άνδρα που πίστεψε, αγάπησε και τελικά… την έφτιαξε από την αρχή.

ΠΗΓΗ:  The Newspaper