Ταξίδι στο χρόνο: Από τα πρώτα δικαστήρια της Λάρισας στο σημερινό Δικαστικό Μέγαρο (φωτο)
Του Μαρίνου Τζώτζη
Την Παρασκευή 1 Νοεμβρίου επισκέφθηκε τη Λάρισα ο Καρδιτσιώτης Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Κώστας Τσιάρας. Μεταξύ των δηλώσεών του, μία «μαγνήτισε» το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον και μπήκε σε κάθε τοπικό πρωτοσέλιδο, αυτή περί ενεργειακής αναβάθμισης του Δικαστικού Μεγάρου της πόλης.
Ο ίδιος μάλιστα δεσμεύτηκε ως προς αυτήν την κατεύθυνση τόσο στην πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου κ. Νικολέττα Μπασδέκη και τους Βουλευτές, όσο και στο λαό της Λάρισας. Μένει να δούμε τη δέσμευση να γίνεται πράξη.
Τα προβλήματα πολλά και γνωστά τόσο σε έμψυχο όσο και άψυχο δυναμικό, με την αναβάθμισή του να αποτελεί πάγιο αίτημα του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας.
«Η ιστορία επαναλαμβάνεται» λέει η γνωστή ρήση, «Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, κάνει όμως ομοιοκαταληξίες» έλεγε αντιθέτως ο Μαρκ Τουέιν. Ότι από τα δύο και αν ισχύει η Ιστορία έφερε για άλλη μια φορά στο προσκήνιο το αίτημα των δικηγόρων – και όχι μόνο – της πόλης ώστε να υπάρχει ένα σύγχρονο κτήριο για την άσκηση της Δικαστικής εξουσίας.
Και λέμε άλλη μια φορά διότι για να φτάσουμε στην ανέγερση του σημερινού κτηρίου συνέβησαν πολλά τα οποία θα εξιστορηθούν παρακάτω.
Το πρώτο Δικαστικό Μέγαρο Λάρισας
Το κτήριο στο οποίο ασκήθηκε για πρώτη φορά η δικαστική εξουσία στην ελεύθερη πλέον Λάρισα ήταν αυτό του Τουρκικού Διοικητηρίου (Κονάκ) το οποίο χτίστηκε το 1873 με προτροπή του Σουλτάνου Αβδούλ Αζίζ προς τον τότε Διοικητή της Λάρισας Τζαβήτ Πασά, προκειμένου «να ευεργετήσει τη Λάρισα και να στολίσει την πόλη», όπως αναγραφόταν (γραμμένο στην Οθωμανική) στη μαρμάρινη επιγραφή στο υπέρθυρο της κεντρικής εισόδου.
Πριν την παράδοση της Λάρισας το 1881 οι Τούρκοι προξένησαν καταστροφές στην πόλη, από τις οποίες δε γλύτωσε το Διοικητήριο το οποίο παρέλαβαν σε άθλια κατάσταση οι Ελληνικές δυνάμεις. Χρησιμοποιήθηκε για μερικά χρόνια για τον στρατωνισμό του Ελληνικού Στρατού, αλλά και ως Στρατιωτικό Ταχυδρομείο.
Το 1892 παραδόθηκε συντηρημένο για τη στέγαση όλων των δικαστικών υπηρεσιών της πόλης με αλλαγμένη επιγραφή στην οποία πλέον αναγράφονταν δυο λέξεις: «Θέμιδος Μέλαθρον».
Το συγκεκριμένο κτήριο «βρήκε» άδοξο τέλος, καθώς καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά το βράδυ της 14ης Ιανουαρίου του 1905. Μυστήριο αποτελεί το ποιος έβαλε τη φωτιά με το γεγονός να αποδίδεται σύμφωνα με φήμες της εποχής (δεν επαληθεύτηκε ή διαψεύστηκε ποτέ επισήμως) σε οικογένεια Τρικαλινών κτηνοτρόφων λόγω πολύχρονης καταδίκης συγγενικού τους προσώπου.
Οι περιπέτειες
Ένα χρόνο μετά την καταστροφική πυρκαγιά και σύμφωνα και με επιστολή Λαρισαίων δικηγόρων που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΙΚΡΑ» (29/6/1906) πιθανολογείται πως τα Δικαστήρια στεγάζονταν διάσπαρτα σε οικήματα του Δημοσίου, ενώ διαφαίνεται και το αίτημα της τότε Διοίκησης του Δικηγορικού Συλλόγου, με πρόεδρο τον Αριστοτέλη Ιατρού, για την ανοικοδόμηση του Παλαιού Δικαστικού Μεγάρου.
Σε τηλεγραφήματά του ο Δικηγορικός Σύλλογος ζητούσε την προσωρινή στέγαση του Εφετείου στο Στεφανοβίκειο Μέγαρο (επί της σημερινής οδού Παπακυριαζή με 28ης Οκτωβρίου όπου βρίσκονται το Οδοντιατρείο Φρουράς Λάρισας και το πρώην στρατιωτικό πρατήριο), κτήριο το οποίο όμως χρησιμοποιούσε ως κατοικία ο αδερφός του διαδόχου του θρόνου Νικόλαος, που επισκεπτόταν τη Λάρισα κάθε φθινόπωρο για τα στρατιωτικά Γυμνάσια. Δυστυχώς δεν είναι ιστορικά εξακριβωμένο το αν όντως παραδόθηκε για την προσωρινή στέγαση του Εφετείου και της Εισαγγελίας Εφετών.
Οριστική λύση δόθηκε στη στέγαση με την επιλογή του κτηρίου του Διδασκαλείου (σημερινό Δικαστικό Μέγαρο). Το Διδασκαλείο λειτουργούσε από το 1882 (ιδρύθηκε επί διακυβέρνησης Τρικούπη) έως το 1907 ως ανώτερο ίδρυμα μόρφωσης εκπαιδευτικών. Η κατάργησή του γέννησε πληθώρα αντιδράσεων στην πόλη. Στις διαμαρτυρίες συμμετείχε εξ αρχής και ο Δικηγορικός Σύλλογος.
Το συγκεκριμένο κτήριο είχε υποστεί ζημιές από ισχυρό σεισμό που σημειώθηκε στη Λάρισα στις 7/1/1905 (μια εβδομάδα νωρίτερα από την καταστροφική πυρκαγιά που έκαψε το πρώτο Δικαστικό Μέγαρο). Με έξοδα του δήμου Λαρισαίων οι ζημιές αποκαταστάθηκαν, ενώ ο Δικηγορικός Σύλλογος κάλυψε με δικά του έξοδα τον καθαρισμό της αίθουσας όπου βρισκόταν το Πρωτοδικείο.
Στο Διδασκαλείο στεγάστηκαν το Πρωτοδικείο και η Εισαγγελία Πρωτοδικών, το Εφετείο και η Εισαγγελία Εφετών, ενώ αργότερα παραχωρήθηκε και χώρος για τη στέγαση του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας. Το Ειρηνοδικείο και το Πταισματοδικείο στεγάστηκαν στο σπίτι του Νικόλαου Καρανίκα.
Στο «κυνήγι» ενός νέου κτηρίου
Στην περίοδο από το 1930 – 1940 το Δικαστικό Μέγαρο ήταν πλέον ένα παλιό και ακατάλληλο κτήριο με κατεστραμμένα δάπεδα και κουφώματα. Η υφιστάμενη κατάσταση του κτηρίου έδωσε το έναυσμα για νέες προσπάθειες και διεκδικήσεις που αφορούσαν την ανέγερση ενός νέου Μεγάρου.
Η πρώτη προσπάθεια πραγματοποιήθηκε το 1933 επί τη ευκαιρία της επίσκεψης του Υπουργού Δικαιοσύνης στη Λάρισα. Έτσι το συμβούλιο του συλλόγου αποφασίζει να υποβάλλει παράκληση προς τον Υπουργό (απόφαση 8 /22-4-1933) ώστε να εισηγηθεί για την ανέγερση δικαστικού Μεγάρου στην πόλη, ενώ η προσπάθεια δεν σταμάτησε εκεί και προωθήθηκε και στο Δημοτικό Συμβούλιο Λάρισας.
Η συγκεκριμένη απόφαση αφορούσε την ανέγερση της κτιριακής δομής στην Πλατεία Ρήγα Φεραίου (σημερινή πλατεία Ταχυδρομείου) με την επιλογή ενός από τα δύο γήπεδα. Το ένα θα προέκυπτε από την απαλλοτρίωση έκτασης 2.500 τ.μ. το οποίο βρισκόταν στη θέση του σημερινού κτηρίου Κατσίγρα της Ιατρικής Σχολής, ενώ το άλλο στη νότια πλευρά της πλατείας.
Τη λύση αυτή αρνήθηκε ο τότε Δήμαρχος Στυλιανός Αστεριάδης – Πατόφλας, με το σκεπτικό ότι η πλατεία αποτελούσε έναν από τους δύο «πνεύμονες» της πόλης (μαζί με την πλατεία Β’ Σώματος Στρατού, σημερινή κεντρική Πλατεία), όπως αναφέρεται σε σχετικό πρακτικό του Δημοτικού Συμβουλίου της 23ης Σεπτεμβρίου του 1938.
Μετά από αυτή την εξέλιξη ο Σύλλογος συγκάλεσε γενική συνέλευση (25 Οκτωβρίου) κατά την οποία αποφασίστηκε πως αποστολή των δικηγόρων Δημητρίου Χατζηγιάννη και Χρήστου Γαργάλα θα μετέβαινε στην στο Υπουργείο Δικαιοσύνης μαζί με τον Δήμαρχο και το Νομάρχη, χωρίς όμως να βρεθεί λύση κατά τη διάρκεια των συνομιλιών.
Νέα γενική συνέλευση συγκλήθηκε στις 3 Νοεμβρίου όπου ο σύλλογος αποφάσισε να εμμείνει στην απόφαση για την ανέγερση του Δικαστικού Μεγάρου στη δυτική πλευρά της πλατείας Ρήγα Φεραίου, αποκλείοντας ανέγερση σε οποιονδήποτε άλλο χώρο.
Η άποψη του Συλλόγου εν τέλει επικράτησε και κινήθηκε η διαδικασία απαλλοτρίωσης της έκτασης 2.500 τ.μ. στη σημερινή πλατεία Ταχυδρομείου, διαδικασία που όμως διεκόπη λόγω της έναρξης του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Η προσπάθεια αυτή επανήλθε στο προσκήνιο μετά την απελευθέρωση και ευόδωσε το 1966 με την θεμελίωση του νέου (και νυν) Δικαστικού Μεγάρου και την τέλεση των εγκαινίων τον Ιούνιο του 1972.
Τα θεμέλια
Η τελετή θεμελίωσης του νέου Δικαστικού Μεγάρου πραγματοποιήθηκε το πρωί (10:30) της 30ης Οκτωβρίου του 1966. Όπως αναφέρεται στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Νέος Κόσμος» το συγκεκριμένο οίκημα ήταν «ένα κόσμημα δια την Λάρισαν», με συνολικό προϋπολογισμό 30 εκατ. δραχμές, ενώ στην περιγραφή του αναφέρεται πως είναι ένα πενταώροφο κτήριο με 8 αίθουσες συνεδριάσεων και 80 γραφεία.
Στην τελετή έδωσαν το παρών μεταξύ άλλων ο Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Κωνσταντίνος Στεφανάκης, ο Λαρισαίος (με καταγωγή από Ραψάνη) υφυπουργός παρά τη Προεδρία της Κυβερνήσεως κ. Δημήτριος Γεωργίου και ο Υπουργός άνευ Χαρτοφυλακίου κ. Απόστολος Παγκούτσος, ο νομάρχης Λάρισας κ. Δημήτριος Μοάτσος και ο δήμαρχος Λαρισαίων κ. Αλέξανδρος Χονδρονάσιος.
Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου ήταν τότε ο Αναστάσιος Γέμτος, ο οποίος κατά τη διάρκεια της τελετής πραγματοποίησε μια μακροσκελή αναφορά στο ιστορικό απόκτησης του οικοπέδου ενώ ευχαρίστησε τους τοπικούς βουλευτές και πολιτευτές, καθώς και το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ο Υπουργός στην ομιλία του είχε τονίσει μεταξύ άλλων πως η κυβέρνηση γνωρίζοντας το πόσο σημαντική είναι η ύπαρξη κατάλληλων κτιριακών υποδομών για την εύρυθμη λειτουργία της Δικαιοσύνης, κατέστρωσε ένα ευρύ πρόγραμμα για την επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος σε πόλεις όπου αυτά δεν υπήρχαν, όπως ήταν και η Λάρισα.
Συνεχίζοντας ο κ. Στεφανάκης είχε δηλώσει πως η Δικαιοσύνη στη Λάρισα «κατέστη φερέοικος», έπειτα από την καταστροφή του Δικαστικού Μεγάρου λόγω του Ελληνοϊταλικού πολέμου και του σεισμού του 1941, για να προσθέσει πως το «όραμα του Δικαστικού Μεγάρου ήρχισεν να μεταβάλλεται εις πραγματικότηταν με την παραχώρησιν, εν έτει 1962, του οικοπέδου τούτου».
Ο συντοπίτης υφυπουργός κ. Γεωργίου δήλωσε ευτυχής που δύο μεγάλα προβλήματα της Λάρισας λύθηκαν επί δικής του θητείας. Το ένα ήταν η εγκαινίαση του Διοικητηρίου της πόλεως και το δεύτερο η θεμελίωση του Δικαστικού Μεγάρου, ενώ εξήρε και τη σημαντική προσπάθεια του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας για την επίτευξη ενός τόσο σημαντικού αποτελέσματος, αλλά και τις ενέργειες του Υπουργού.
Όπως αναφέρεται στο ρεπορτάζ το παρών στην εκδήλωση είχε δώσει επίσης πλήθος εκπρόσωπων πολιτικών, δικαστικών και στρατιωτικών αρχών, καθώς και πλήθος οργανώσεων, συλλόγων και κόσμου.
Μετά τη θεμελίωση το οικόπεδο παρέμεινε ανοιχτό λόγω διακοπής χρηματοδότησης, άρχισε να οικοδομείται το 1969 και ολοκληρώθηκε το 1972.
Τα εγκαίνια
Η τελετή των εγκαινίων του Δικαστικού Μεγάρου της Λάρισας ξεκίνησε στις 11 του πρωινού της 29ης Ιουνίου του 1972. Βρισκόμαστε στην περίοδο της Χούντας των Συνταγματαρχών. Υπουργός Δικαιοσύνης εκείνα τα χρόνια ήταν ο κ. Άγγελος Τσουκαλάς, ο οποίος πραγματοποίησε και τα εγκαίνια του επιβλητικού κτηρίου.
Όπως διαβάζουμε στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ελευθερία» ο υπουργός έφτασε στη Λάρισα υπό τη συνοδεία του Γ.Γ του Υπουργείου Δικαιοσύνης κ. Γκότση και των διευθυντών. Το παρών ακόμα στην τελετή των εγκαινίων είχε δώσει ο Μητροπολίτης Λαρίσης κ. Θεολόγος, ο Νομάρχης Λάρισας κ. Ι. Καστρήσιος, ο Νομάρχης Καρδίτσης κ. Φ. Καζάκης, ο επιτελάρχης της 1ης Στρατιάς υποστράτηγος κ. Συκιώτης, ο Δήμαρχος Λαρισαίων κ. Μεσσήνης, πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου κ. Μαρκατάς, ο Δήμαρχος Τυρνάβου κ. Τσώτσης, οι τέως Υπουργοί κ.κ. Χατζηγιάννης και Δουβαλόπουλος, η διοίκηση του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας και πλήθος εκπροσώπων φορέων, στρατιωτικών και πολιτικών αρχών.
Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου ήταν ο κ. Παναγιώτης Χατζηαναγνώστου ο οποίος μιλώντας στα εγκαίνια έκανε λόγο για «περίλαμπρο και επιβλητικό Μέγαρο», το οποίο εγκαινίασε «ο εξοχώτατος Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Α. Τσουκαλάς εξ ονόματος της Εθνικής Κυβερνήσεως» και το οποίο «εφιλοξένησε την θεάν Θέμιδα από του έτος 1905 μέχρι της 1ης Μαρτίου 1941». Στη συνέχεια αναφέρθηκε στη υψηλή αποστολή της δικαιοσύνης. Ο νομάρχης κ. Καστρήσιος το χαρακτήρισε σε σύντομη ομιλία του ως κόσμημα για την πόλη.
Ο Υπουργός κ. Τσουκαλάς στην ομιλία του μεταξύ άλλων ανέφερε: «Εις ολόκληρον την χώραν διακηρύσσομεν κατά τρόπον πανηγυρικόν και επίσημον, ότι εντός της προσεχούς πενταετίας, τα μεν υπάρχοντα κτήρια θα διατηρηθούν και θα συντηρηθούν και θα ανακαινισθούν, τα δε νεόδμητα θα καλύψουν όλοκληρον τον Ελληνικόν χώρον.
Οφείλω να επισημάνω, όλως ιδιαιτέρως, το γεγονός ότι την 21ην Απριλίου 1972, πέμπτην επέτειον από της Εθνικής Επαναστέσεως, υπό την τριπλήν αυτού ιδιότητα, ως Αντιβασιλεύς, ως Πρωθυπουργού και ως ηγέτου της Επαναστάσεως, ο κ. Γ. Παπαδόπουλος εθεμελίωσε το Δικαστικόν Μέγαρον της πρωτευούσης. Το γεγονός ότι επέλεξε και απεδέχθη την χρονολογίαν εκείνην της συμπληρώσεως πενταετίας από της Εθνικής Επαναστάσεως, ο κ. Πρωθυπουργός αποδεικνύει την σημασίαν, την οποίαν δίδει και ο ίδιος και ολόκληρος η υπ’ αυτόν κυνέρνησις, εις την ένοιαν της απονομής του Δικαίου.»
Να τονιστεί πως λίγο πριν τα εγκαίνια (10:15) θεμελιώθηκαν οι νέες φυλακές, ενώ ο προϋπολογισμός του Μεγάρου όπως αναφέρει το ρεπορτάζ ανέρχεται στις περίπου 50 εκατ. δραχμές.
Κάπως έτσι φτάνουμε και στο σήμερα όπου είτε η επανάληψη της ιστορίας είτε η ομοιοκαταληξία της, τα έφερε έτσι ώστε το αίτημα για ένα σύγχρονο Δικαστικό Μέγαρο να βρίσκεται και πάλι στο προσκήνιο των αιτημάτων του Δικηγορικού Συλλόγου της πόλης.
Και η επόμενη σελίδα λευκή περιμένοντας τον ρου της ιστορίας…
Βιβλιογραφία:
Συμβολή στην ιστοριογραφία του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας. Τόμος Α’ περίοδος 1881-1940
Επιμέλεια – Συγγραφή: Αριστείδης Χρ. Παπαχατζόπουλος – Επίτιμος Δικηγόρος.
Σελίδες: 132, 147, 272
πηγή :https://www.onlarissa.gr/2019/11/17/i/