«Ο πολιτισμός των φαντασμάτων» με αφετηρία το Περτούλι-«Ήταν το πεδίο της μύησης σε άλλες διαστάσεις» μας λέει ο Τρικαλινός Γιώργος Χατζηστεργίου

«Το Περτούλι στον Ασπροπόταμο της Πίνδου, κοντά στα Τρίκαλα, είναι από τους τόπους που με σχημάτισαν. Αν τα Τρίκαλα, ο γενέθλιος τόπος, ήταν για μένα το πεδίο της κανονικότητας, με τα σχολεία, τις φιλίες, τους κινηματογράφους και τα βιβλιοπωλεία, τη δουλειά του πατέρα μου, το Περτούλι ήταν το πεδίο της μύησης σε άλλες διαστάσεις, λειτούργησε για μένα κατά κάποιο τρόπο σαν το «Μαγικό βουνό» του Τόμας Μαν» μου λέει ο Γιώργος Χατζηστεργίου, ο γνωστός Τρικαλινός μηχανικός που… γράφει όπως αναφέρει στο βιογραφικό του.

Συνέντευξη στη Βιβή Μαργαρίτη

Το βιβλιο του «Ο πολιτισμός των φαντασμάτων» (εκδόσεις αλεξάνδρεια) στάθηκε αφορμή για μία ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχαμε. Το βιβλίο αυτό είναι ένα πολιτικό-φιλοσοφικό δοκίμιο που διερευνά τη διάσταση της «μετά θάνατον ζωής» από την πλευρά της ζωής: πώς δηλαδή το παρελθόν εμπλέκεται στη ζωή, τη νοηματοδοτεί και την ενδυναμώνει. Βασικό όχημα αυτής της διερεύνησης αποτελούν τα κτίρια, τα ερείπια, αυτά τα φωτεινά φαντάσματα άλλων εποχών. Το κοίτασμα της συναναστροφής με τον κόσμο των ερειπίων είναι πολυδιάστατο και ανεξάντλητο και δίνει μια άλλη θεώρηση των πραγμάτων. Κυρίως αποδεικνύει ότι ο κόσμος είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο και βαθύτερο από την όποια καθημερινότητα της ύπαρξής μας.


-Ο πολιτισμός των φαντασμάτων…κ. Χατζηστεργίου μιλήστε μας για το βιβλίο σας.

-Δεν χορταίνω να μιλάω γι’αυτό, αλλά ακόμα περισσότερο δεν χορταίνω να ακούω τους ανθρώπους που το διάβασαν να μιλάνε γι’αυτό. Αυτό το βιβλίο που αφορά τον τρόπο που το παρελθόν, δηλαδή αυτό που πέρασε, μπορεί να επηρεάζει το σήμερα, δηλαδή αυτό που βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη, δεν έχει γραφεί ως μία κλειστή επιστημονική πραγματεία του τύπου «ελάτε να σας πω τα συμπεράσματά μου», μα ως ανοιχτό σύστημα που εξελίσσεται με τις συζητήσεις και τα σχόλια των αναγνωστών. Η έννοια του φαντάσματος πάντως στο βιβλίο μου είναι «αυτό που απομένει από μια καταστροφή ή μια μακρά διαδικασία φθοράς», δηλαδή το «ακατάστρεπτο», αυτό που γλυτώνει από τον αφανισμό».

-Ο πολιτισμός των φαντασμάτων ξεκινά από το Περτούλι;

Το Περτούλι στον Ασπροπόταμο της Πίνδου, κοντά στα Τρίκαλα, είναι από τους τόπους που με σχημάτισαν. Αν τα Τρίκαλα, ο γενέθλιος τόπος, ήταν για μένα το πεδίο της κανονικότητας, με τα σχολεία, τις φιλίες, τους κινηματογράφους και τα βιβλιοπωλεία, τη δουλειά του πατέρα μου, το Περτούλι ήταν το πεδίο της μύησης σε άλλες διαστάσεις, λειτούργησε για μένα κατά κάποιο τρόπο σαν το «Μαγικό βουνό» του Τόμας Μαν. Κάθε χρονιά παραθερίζαμε εκεί οικογενειακά για πάνω από δύο μήνες. Κάποιες Κυριακές κάναμε βόλτα με τον πατέρα μου στα χαλάσματα των σπιτιών που κατέστρεψαν οι Γερμανοί στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, αφανίζοντας τα υλικά αποτυπώματα ενός μακρόχρονου πολιτισμού των βουνών σε περίπου ογδόντα χωριά του Ασπροποτάμου. Η βόλτα ήταν στοχαστική στα της ανθρώπινης περιπέτειας και το νόημα ήταν «δεν ερχόμαστε από το πουθενά.» Στη συνέχεια κατεβαίναμε στην πλατεία και συναντούσαμε και τους άλλους ανθρώπους που τα σπίτια τους είχαν επίσης καταστραφεί από τους Γερμανούς, οι οποίοι γελούσαν, συζητούσαν και έκαναν σχέδια για το μέλλον. Το κλίμα απηχούσε ένα παλιό τραγούδι του Ασπροποτάμου: «Τα σπίτια κι’αν μας κάψουν, άλλα φτιάχνουμε…». Αυτή είναι λοιπόν η επαφή που έχτισε το κίνητρο για τη μετέπειτα πολλαπλή συναναστροφή μου με τον κόσμο των ερειπίων, αυτών των φωτεινών φαντασμάτων άλλων εποχών.

-Το βιβλίο αυτό είναι έργο ζωής για εσάς;

Αγαπώ όλα τα έργα μου, καθώς μάλιστα δεν θεωρώ κάποιο από αυτά παρωχημένο, αλλά αντίθετα τα βλέπω κάθε τόσο να αποκτούν μια νέα ζωή. Με αυτή την έννοια ανήκουν κι’αυτά με τον τρόπο τους στον πολιτισμό των φαντασμάτων. Το καινούριο μου βιβλίο όμως, αυτό για το οποίο συζητάμε, είναι αναμφισβήτητα κομβικό. Επωφελείται από τις εμπειρίες μιας ολόκληρης ζωής, συνδυάζοντας τα πεδία του συγγραφέα και του μηχανικού, ώστε να αναδείξει μια κρίσιμη διάσταση της διαχρονικής ανθρώπινης περιπέτειας.

-Μιλάει για τη ζωή, τον θάνατο, και τη φθορά, αλλά από την οπτική της «μετά θάνατον ζωής»;

-Ναι, αλλά όχι βέβαια από την πλευρά της θεολογίας και των υποκαταστάτων της (που περικλείουν τα πάντα σε ένα σχήμα με μια ήδη δοσμένη απάντηση) ή μιας νοσηρής και αδιέξοδης προσκόλλησης στο «πριν», αλλά από την πλευρά της ζωής: πώς δηλαδή το παρελθόν εμπλέκεται στη ζωή, τη νοηματοδοτεί και την ενδυναμώνει.

-Ο όρος «ερείπιο» χρησιμοποιείται διασταλτικά;

Τα ερείπια των χτισμάτων είναι το κύριο όχημα της διαπραγμάτευσής μας του πολιτισμού των φαντασμάτων, όχι μόνο επειδή αυτό μελετώ συστηματικά τόσα χρόνια ως μηχανικός, μα και επειδή η ζωή όλων των ανθρώπων είναι συνδεδεμένη με τα κτίρια τα δικά τους, τα προγονικά, της δημόσιας ζωής, τα μνημεία. Πέρα όμως από αυτό ο όρος «ερείπιο» χρησιμοποιείται πράγματι διασταλτικά, συμβολικά, ως το ίχνος αυτού που χάθηκε, αυτό που περισσεύει από μια καταστροφή, αυτό που επιμένει.

-Τι είναι αυτό που ενδιαφέρει τις κοινωνίες σε σχέση με τα ερείπια, αυτά τα φαντάσματα αλλοτινών καιρών που μπλέκουν στα πόδια μας στη σύγχρονη ζωή;

Δια των ερειπίων οι κοινωνίες, όπως και τα άτομα, διευρύνουν τον ζωτικό ψυχοδιανοητικό τους χώρο με έμπνευση, γνώση, ανάταση, φρόνημα, με τη συνείδηση ότι όσα ζούμε σήμερα δεν είναι παρά ένα μέρος της διαχρονικής συλλογικής ανθρώπινης εμπειρίας. Κατά κάποιο τρόπο προσθέτουν το όνειρο στη συνηθισμένη ζωή των υποχρεώσεων, και μάλιστα ένα όνειρο που συνδέεται συγκεκριμένα με κάτι που έχει σαφώς υπάρξει.

-Η αδέξια συναναστροφή με τα πλάσματα του παρελθόντος μπορεί να μας προκαλέσει πληγές ανεπούλωτες;

-Αλίμονο, κάθε αδέξια συναναστροφή μπορεί να μας βλάψει. Το παρελθόν δεν είναι μόνο φωτεινό, έχει και τα σκοτάδια του. Όλα θέλουν τον τρόπο τους. Γι’αυτό αναφερόμαστε στην ανάγκη ενός πολιτισμού των φαντασμάτων.

-Πώς κρατάμε τα «φαντάσματα» ζωντανά;

-Σεβόμενοι και ανασυγκροτώντας όπου αυτό είναι δυνατόν τις «φωλιές» τους, δηλαδή τα ίχνη τους, τα αποτυπώματά τους. Η έγνοια μας είναι η συναναστροφή να είναι δημιουργική: να μην τα μετατρέψουμε σε μούμιες ή σε μπιμπελό.

-Εμείς δεν είμαστε θεατές των εξελίξεων, αλλά τα υποκείμενά τους;

-Και τα δύο. Το πρώτο χωρίς το δεύτερο μας καθιστά παθητικούς, ενώ το δεύτερο για να είναι αποδοτικό και επωφελές για την κοινωνία πρέπει να συνδυάζεται με τη θέαση και την εμβάθυνση στη λειτουργία του κινητήρα των εξελίξεων.

– Το δένδρο της ζωής είναι σκούρο, μα τα φύλλα της ζωής είναι πράσινα;

-Ο κόσμος των υποχρεώσεων είναι εκ των πραγμάτων σκούρος, ενώ της έμπνευσης και της δημιουργίας είναι πράσινος. Μια πλούσια ζωή, του ατόμου ή της κοινωνίας έχει ανάγκη και τα δύο.

– Κοινωνική στασιμότητα και περιχαράκωση των επί μέρους ομάδων του πληθυσμού ή κοινωνική κινητικότητα και εξέλιξη της κοινωνίας συνολικά;

-Μας θέλγει ο πολιτισμός των φαντασμάτων ακριβώς επειδή μεγαλώνει τον ζωτικό μας χώρο, επομένως πώς μπορεί να μας ενδιαφέρει η περιχαράκωση, το βάλτωμα της κοινωνικής στασιμότητας; Ασφαλώς το δεύτερο.

– Οσοι επεμβαίνουν σε μνημεία γίνονται μέρος της ιστορίας τους διά του επεμβατικού τους ρόλου;

-Ασφαλώς ναι. Το μνημείο κουβαλάει τόσο τους καταστροφείς όσο και τους ευεργέτες του.

– Τί είναι αυτό που μας θέλγει στα ερείπια τελικά;

-Τα ερείπια, έτσι όπως έχουν απομείνει μισά, τμήματα αυτού που κάποτε είχε υπάρξει, προσφέρονται, δίνουν χώρο για ψυχοδιανοητική ολοκλήρωση. Η έλξη τους έγκειται στην ερωτική αναζήτηση του Ολου.


Από το οπισθόφυλλο

Υπάρχει η ζωή. Υπάρχει και ο θάνατος. Κι ανάμεσά τους υπάρχει η φθορά. Για τους ανθρώπους, τα ζώα, τα δένδρα, τα φυτά, αλλά και για τα ανθρώπινα δημιουργήματα: τα υφάσματα, τα έπιπλα, τα αυτοκίνητα, τα κτίρια. Η αλήθεια είναι πως στη μακρά ανθρώπινη περιπέτεια ο θάνατος δεν είναι ακριβώς τελεσίδικος, με την έννοια ότι το παρελθόν εξακολουθεί να υπάρχει με τον τρόπο του, να ανακατεύεται με τους ζωντανούς και να τους επηρεάζει.

Ο πολιτισμός των φαντασμάτων αναπτύσσεται με την ώσμωση των επιμέρους επιστημονικών ειδικοτήτων όπως η ιστορία, η κοινωνιολογία, η αρχαιολογία, η αρχιτεκτονική, η μηχανική και άλλες, σε συνδυασμό με πεδία όπως η ποίηση και η λογοτεχνία, ώστε ενδυναμωμένες οι δημιουργικές επιρροές του παρελθόντος να μπορέσουν να εμφανιστούν στο «μεταξύ», στο κενό που επιφέρει η καταστροφή – κάτι σαν τα λουλούδια που ανθίζουν στις ρηγματώσεις των ερειπίων.


Who is who

Ο Γιώργος Μ. Χατζηστεργίου είναι πολιτικός μηχανικός που γράφει. Απόφοιτος του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, με θέμα της διπλωματικής του εργασίας την καλωδιωτή στέγη σχήματος υπερβολικού παραβολοειδούς του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας (ΣΕΦ), υπό την καθοδήγηση του Δημήτρη Μπαϊρακτάρη, στο γραφείο του οποίου στη συνέχεια εργάστηκε για μελέτες κτιρίων του ΣΕΦ. Ακολούθησαν μεταπτυχιακές σπουδές στο University of Surrey της Αγγλίας, με θέμα της διπλωματικής του τις καλωδιοαναρτημένες γέφυρες υπό τον Dr. Richmond, εταίρο των Maunsell and Partners. Διατηρεί το γραφείο μελετών «Χατζηστεργίου και συνεργάτες – Έργα πολιτικού μηχανικού».

Έργα του είναι (στο πεδίο της λογοτεχνίας): Μικρή πόλη, μεγάλα μυστικά (2000), Σου έχει μείνει καθόλου περιουσία; (2008), Έξοδος (2011), Χορός μεταμφιεσμένων (2016), Αποτύπωμα γυναίκας (2018) και (στο πεδίο των ιδεών): Η γη τρέμει. Άνθρωποι και κατασκευές σε έναν κόσμο που αλλάζει (2009) και Ο πολιτισμός των φαντασμάτων (2020), όλα από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Σε αγγλική μετάφραση κυκλοφορεί το Έξοδος (με τίτλο Naes Anaes) και το Χορός μεταμφιεσμένων (με τίτλο Masquerade Ball). Το site του συγγραφέα είναι το ergon.civilergon.com.