Η δρομολόγηση των απαραίτητων ενεργειών για την προώθηση του Προεδρικού Διατάγματος με τη θέσπιση επιτρεπόμενων ή μη δραστηριοτήτων στην περιοχή των Μετεώρων, έχει δημιουργήσει το τελευταίο διάστημα μια κινητικότητα στην Καλαμπάκα και την ευρύτερη περιοχή, με έντονες τις αντιπαραθέσεις και αντεγκλήσεις μεταξύ των κατοίκων, Μονών και Υπηρεσιών.Ο τόπος, το παρελθόν και τα μνημεία του
Είναι γεγονός ότι:
- Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται στα Μετέωρα μια συνεχώς αυξανόμενη ροή επισκεπτών και οι λόγοι γνωστοί: άμεση μετάδοση της πληροφορίας λόγω διαδικτύου, ανάκαμψη των οικονομιών των ομόθρησκων ανατολικών χωρών, αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους κ.λπ.. Κύρια όμως είναι η μοναδικότητα του χώρου που με την αυθεντικότητά του απογειώνει την ελκυστικότητα, αλλά σχεδόν ‘’μονοπωλείται’’ από τα μοναστήρια, με την πόλη της Καλαμπάκας να παρακολουθεί αμήχανα τις στρατιές των επισκεπτών που καταφθάνουν καθημερινά, επωφελούμενη ελάχιστα από το μέγεθος του εισρεόμενου πολιτισμικού και οικονομικού πλούτου.
- Με δεδομένη τη φέρουσα ικανότητα του χώρου των βράχων και με τα μοναστήρια να επιδιώκουν να ικανοποιήσουν όλο και περισσότερο το πλήθος των επισκεπτών, παρατηρείται το φαινόμενο μιας συνεχούς επεκτασιμότητας στον περιορισμένο χώρο των βράχων (καταγγελίες για συνεχείς εκβραχισμούς που είναι αμφίβολο κατά πόσον παρακολουθούνται από τις προϊστάμενες Υπηρεσίες), όταν η παραμικρή επέμβαση σε ιδιοκτησίες στον ευρύτερο χώρο των βράχων απαγορεύεται αυστηρά και αστυνομεύεται καθημερινά.
- Οι περισσότεροι από 3000 καθημερινοί επισκέπτες στις μονές, σε περιόδους αιχμής, καθιστούν δύσκολη την αποστολή των μοναχών για αποχή από τα εγκόσμια και αφοσοίωση στα θρησκευτικά τους καθήκοντα. ‘’Για έναν που θέλει να ασκηθεί, ο κόσμος ο πολύς είναι ένα βάσανο’’, σύμφωνα με τη μοναστηριακή κοινότητα.
- Τα Μετέωρα αποτελούν συγχρόνως ένα μοναδικό γεωλογικό φαινόμενο με έντονο το ενδιαφέρον ερευνητών, αναρριχητών, φυσιολατρών.
Συνέπεια αυτής της χωρικής και συναισθηματικής φόρτισης είναι η δημιουργία αντιπαλότητας για ‘’ιδιοποίηση’’ της πολιτιστικής κληρονομιάς και του ιδιαίτερου φυσικού κάλλους των Μετεώρων από τις διαφορετικές ομάδες με κύριο στόχο την τουριστική εκμετάλλευση.
Η πολιτιστική κληρονομιά όμως δεν αποτελεί μόνο προϊόν τουριστικής εκμετάλλευσης αλλά ‘’αξία’’, με ύψιστο εκπαιδευτικό και ψυχαγωγικό ρόλο, και η ανάδειξή της δεν μπορεί να επαφίεται στις δυνατότητες και ορέξεις μόνον της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Δεν μπορούμε να αφήνουμε τον ‘’ιστορικό – πολιτισμικό τουρισμό’’ να εξελίσσεται εμπειρικά, αποσπασματικά, μονόπλευρα ή μόνον επιχειρηματικά.
Η προοπτική του
Υπάρχει η αναγκαιότητα συνολικής αντιμετώπισης του συγκεκριμένου ‘’πολιτισμικού προϊόντος’’ και διάχυσης του ‘’τουριστικού φορτίου’’ με τη δημιουργία ενός δυναμικού επιστημονικού πόλου που δεν θα είναι ανταγωνιστικός αλλά με την επιστημονικότητά του θα συμπληρώνει ό,τι είναι τα μοναστήρια σήμερα: η ζωντανή συνέχεια του Βυζαντινού πολιτισμού. Ένα ‘’κέντρο’’ που θα αγκαλιάζει τον βυζαντινό πολιτισμό και ό,τι τον συνδέει με τα Μετέωρα και τη γύρω περιοχή (Μονή Σταγιάδων και Δουσίκου, ναός Πόρτας Παναγιάς και Δολιανών) στην ολότητά του. Παράλληλα θα εμπεριέχει και θα αναλύει τα γεωλογικά φαινόμενα της περιοχής, που μέσα σ’ αυτά συμπεριλαμβάνεται και το Σπήλαιο της Θεόπετρας που μετά από πολυετείς ανασκαφές και μελέτες και με τη δημιουργία του Μουσείου, αναδεικνύει το σημαντικό παρελθόν της περιοχής.
Γιατί, βυζαντινός πολιτισμός δεν είναι μόνον θρησκεία (ορθοδοξία) αλλά αρχιτεκτονική – ναοδομία και τρόπος δόμησης, δεν είναι μόνον αγιογραφία αλλά και ζωγραφική, μαρμαρογλυπτική, ξυλογλυπτική, υφαντική, χρυσοκεντητική και αντιγραφή κωδίκων. Είναι αργυροχρυσοχοΐα, εκκλησιαστική και κοσμική (χρυσόβουλα, κωνσταντινάτα, σταυρός, με την εξέλιξή τους και τους συμβολισμούς). Ασκήθηκε από σπουδαίους και φημισμένους Τρικαλινούς και άλλους Θεσσαλούς χρυσικούς που όντας σίγουροι για την τέχνη τους υπέγραφαν με φειδώ τα έργα τους. Είναι η γενιά των χειρογράφων, των φωτογράφων, των χαρακτών και ζωγράφων όπως ο Καρδιτσιώτης ζωγράφος Δημήτρης Γιολδάσης και φυσικά ο Φώτης Κόντογλου που ήρθε στα Μετέωρα για να μελετήσει τις μετα-βυζαντινές τοιχογραφίες των μοναστηριών.
Βυζαντινός πολιτισμός δεν είναι μόνον ψαλτική και βυζαντινοί ύμνοι, αλλά και η λύρα των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και η μέχρι σήμερα διατήρηση της παράδοσης με τους δεξιοτέχνες της, είναι ιστορία και κοινωνιολογία. Είναι οι καταγραφές των περιηγητών της προηγούμενης χιλιετίας που σχεδόν όλοι πέρασαν από τα Μετέωρα.
Οφείλουμε να διεκδικήσουμε την παρουσίαση του βυζαντινού πολιτισμού που αναπτύχθηκε και άνθησε στις παρυφές των βράχων των Μετεώρων, στην Καλαμπάκα, τη Βυζαντινή πόλη των Σταγών. Με τις διάσπαρτες στις γειτονιές της βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες. Και την τόσο σημαντική για την ιστορία της βυζαντινής αρχιτεκτονικής εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου που η χρονολόγησή της στον 11ο αιώνα καταδεικνύει ένα λαμπρό έργο των μέσων βυζαντινών χρόνων.
Εξάλλου, είναι μια ευκαιρία για προστασία και των θρησκευτικών κειμηλίων από εκκλησίες της γύρω περιοχής, με δεδομένη τη συνεχή λεηλάτηση και απογύμνωσή τους. Και εδώ είναι η Πολιτεία με το Υπουργείο Πολιτισμού που μπορεί να διαχειριστεί και να προάγει την ολοκληρωμένη εικόνα του.
Ένα τέτοιο κέντρο πολιτισμού σε αγαστή συνεργασία με τα Βυζαντινά μουσεία της χώρας (Αθήνας και Θεσσαλονίκης), τα πανεπιστημιακά τμήματα Βυζαντινών σπουδών (στην Ελλάδα και στο εξωτερικό), ανοικτό σε επιστήμονες και ερευνητές (αρχαιολόγους, ιστορικούς και βυζαντινολόγους), με παράλληλες δράσεις όπως περιοδικές εκθέσεις, επιστημονικά συνέδρια, σεμινάρια για σπουδαστές και επαγγελματίες, αφιερώματα στη βυζαντινή μουσική και παράδοση, μπορεί ν’ αναδείξει το πολιτισμικό περιεχόμενο των Μετεώρων, να συμβάλλει στην πνευματική καλλιέργεια και αναψυχή κατοίκων και επισκεπτών και ν’ αποτελέσει πραγματικό πυλώνα ανάπτυξης για την περιοχή.
Ο χώρος ως σημείο αναφοράς
Η Καλαμπάκα με τον ευρύτερο χώρο των Μετεώρων και η σημασία τους ως τουριστικός προορισμός είναι διαχρονική. Υπήρξε στο παρελθόν μέρος του εθνικού προγράμματος για την ανάδειξη των περιοχών φυσικού κάλλους και των μνημείων της χώρας (1953-1974) και επιλογή για τη δημιουργία των πρώτων τουριστικών καταλυμάτων του Εθνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ), γνωστών ως ‘’Ξενία’’.
Το ‘’Ξενία Καλαμπάκας’’, έργο του αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη, περιλαμβάνεται στην ελληνική και ξένη βιβλιογραφία και διδάσκεται στις αρχιτεκτονικές σχολές ως ένα παράδειγμα μοναδικής ένταξης στο ιδιαίτερα απαιτητικό περιβάλλον των Μετεώρων, όσον αφορά το τοπίο, την κλίμακα, τη χρήση των υλικών, χωρίς δυστυχώς αυτό ν’ αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση από τους μετέπειτα μελετητές στο χώρο. Ο Άρης Κωνσταντινίδης (1913 – 1993) από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες της μεταπολεμικής Ελλάδας, συνέβαλλε στην υλοποίηση του παραπάνω εθνικού προγράμματος ως προϊστάμενος της Υπηρεσίας Μελετών του ΕΟΤ (1958-1967) και ειδικός σύμβουλος (1975-78).
Σήμερα, δεκαετίες μετά την διάλυση του Υπηρεσιών του ΕΟΤ, το ‘’Ξενία’’ με την παραχώρησή του στο Δήμο Καλαμπάκας, εγκαταλειμμένο στους συνεχείς βανδαλισμούς και τη φθορά του χρόνου, ρημάζει περιμένοντας την αξιοποίησή του με μια πιθανή νέα χρήση του. Κομμάτι της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς, επιβάλλεται η διατήρηση και ανάδειξή του σε σημείο αναφοράς για την πόλη της Καλαμπάκας. Τμήμα αυτού, μπορεί να συμβάλλει στα παραπάνω με τη στέγαση έστω και προσωρινά του Κέντρου Βυζαντινού Πολιτισμού.
ΘΥΜΙΟΣ ΣΑΛΙΑΧΗΣ, αρχιτέκτων μηχ., αρχιτέκτων τοπίου, MR LAR
ΝΙΚΟΛΕΤΤΑ ΣΑΛΙΑΧΗ, αρχιτέκτων μηχ., MR ARCH