Γράφει η Αθανασία Τσιοτινού // *
Τον Σπύρο Πετρουλάκη τον γνώρισα πριν εφτά χρόνια περίπου. Άργησα λίγο. Ο Σπύρος ήταν ήδη γνωστός από την «Εξομολόγηση», την «Παναγία της Φωτιάς» και το «Παράθυρο της Νεφέλης», όταν παρουσίασα «Το τελευταίο δαχτυλίδι» και έγινε η πρώτη επαφή μου με το λογοτεχνικό του έργο. Μετά «ήρθαν» και άλλα βιβλία του Σπύρου και άλλες παρουσιάσεις, η «Αμαλία», ο «Σασμός», η «Κληρονομιά»…
Φέτος, λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων, δεν μπόρεσα να παρουσιάσω σε φίλους και γνωστούς στα Τρίκαλα το τελευταίο βιβλίο του Σπύρου, την «Αυγή». Ωστόσο, αν και δεν παρουσίασα το βιβλίο, ήθελα να γράψω για την «Αυγή», γιατί μίλησε στην καρδιά μου, ίσως περισσότερο, από τα προηγούμενα βιβλία του. Ο λόγος προφανής: το ιστορικό πλαίσιο, η εποχή που διαδραματίζεται το μεγαλύτερο μέρος της πλοκής της «Αυγής», η νεότερη ιστορία της χώρας μας. Αυτή η συνάντηση με την ιστορία, με τη δύσκολη δεκαετία του ’40, τη δεκαετία της Κατοχής, της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφυλίου Πολέμου, είναι ένα από τα στοιχεία του βιβλίου που με γοήτευσαν.
Ας ξεκινήσουμε με τον τίτλο του βιβλίου «Αυγή, το θαμμένο τετράδιο», ο οποίος έχει δύο σκέλη. Αν ψάξουμε στο λεξικό τη σημασία της λέξης «αυγή», διαβάζουμε: η αρχή μιας νέας ημέρας, με το πρώτο φως του ήλιου πριν την ανατολή, το χάραμα, το ξημέρωμα. Αυτή είναι η κυριολεκτική σημασία της λέξης, ενώ μεταφορικά σημαίνει «το πρώτο ξεκίνημα μιας εξέλιξης, την αρχή». Αυγή είναι και ένα όμορφο γυναικείο όνομα. Συνεπώς, από το πρώτο σκέλος του τίτλου κρατάμε το νέο ξεκίνημα, την αρχή, μια αρχή, όπως όλες οι αρχές, γεμάτη ελπίδα και αισιοδοξία. Όντως, η μικρή ηρωίδα μας, η δεκαεξάχρονη Αναστασία κάνει μια νέα αρχή, αισιοδοξεί και ελπίζει. Το δεύτερο σκέλος του τίτλου μας παραπέμπει σε μια εικόνα ενός θαμμένου τετραδίου. Οξύμωρο σχήμα! Γράφουμε στα τετράδια, κρύβουμε τετράδια, σκίζουμε τετράδια, αλλά δεν συνηθίζουμε να θάβουμε τετράδια. Αν, ωστόσο, ανατρέξουμε στις ιστορικές μας γνώσεις, θα θυμηθούμε τα «θαμμένα τετράδια», τις μαρτυρίες των εξόριστων γυναικών, κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου και των πρώτων μετεμφυλιακών χρόνων, που κρατούνταν στο Τρίκερι Μαγνησίας, καθώς, επίσης, και στη Μακρόνησο και τη Χίο. Τις μαρτυρίες αυτές για την εξοντωτική ζωή στην εξορία κατάφεραν οι εξόριστες να τις σώσουν, κρύβοντάς τες στις κουφάλες των δέντρων του μικρού νησιού Τρίκερι. Το υλικό περιέσωσε και συγκέντρωσε η δασκάλα αγωνίστρια Ρόζα Ιμβριώτη και εξέδωσε η ποιήτρια Βικτώρια Θεοδώρου.
Ένα τέτοιο θαμμένο τετράδιο, που αποτελεί κινητήριο μοχλό της ιστορίας μας, βρίσκει και η μικρή μας πρωταγωνίστρια, η Αναστασία, κατά τη διάρκεια των διακοπών της με την μητέρα της, την Μαριλένα και τον δημοσιογράφο πατέρα της, τον Ηλία, στο Τρίκερι. Οι διακοπές της Αναστασίας στο μικρό και ερημικό Τρίκερι εξελίσσονται χωρίς ενδιαφέρον μέχρι τη στιγμή που ανακαλύπτει, μέσα στην κουφάλα ενός δέντρου, ένα θαμμένο τετράδιο μέσα σε προβιά ζώου. Η Αναστασία ανοίγει το φθαρμένο από τον καιρό τετράδιο και προσπαθεί να το διαβάσει. Αμέσως διαπιστώνει ότι κάτοχος του τετραδίου είναι μια κοπέλα, η Αυγή.
«Το όνομά μου είναι Αυγή. Αυγή, σκέτο. Γεννήθηκα στις 25 Νοέμβρη του 1931 στα περίχωρα της Λαμίας, βρίσκομαι σε τούτο το νησί περίπου έναν χρόνο. Με έφεραν εδώ τον Ιούνιο του 1949 μαζί με άλλες αγωνίστριες. Το Παλαιό Τρίκερι όμως δεν είναι τόπος εξορίας, είναι τόπος κολάσεως. Είναι η ίδια η κόλαση πάνω στη γη. Όχι το νησί ασφαλώς, αλλά οι άνθρωποι που κρατάνε τις τύχες μας στα χέρια τους. Οι δεσμοφύλακές μας. Αυτοί είναι η κόλασή μας».
Η Αναστασία φεύγει, αφήνοντας το τετράδιο στη θέση του. Η οικογένεια επιστρέφει στο Βόλο. Η Αναστασία, αδυνατώντας να βγάλει από το μυαλό της το θαμμένο τετράδιο, αποφασίζει να μιλήσει στους γονείς της γι’ αυτό, για το ημερολόγιο της Αυγής. Συγχρόνως, εκφράζει τις απορίες της, τις οποίες ο πατέρας της προσπαθεί να τις απαντήσει, δίνοντάς της το πλαίσιο της εποχής που γράφτηκε το ημερολόγιο, όταν το μικρό και ήσυχο Τρίκερι ήταν τόπος εξορίας, δηλαδή κόλαση «επί γης», 5000 γυναικών. Η Αναστασία επηρεασμένη από τα ιστορικά γεγονότα που πληροφορείται από τον πατέρα της επιθυμεί να πάει στο Τρίκερι και να φέρει το τετράδιο της Αυγής στο Βόλο. Πατέρας και κόρη, επιστρέφοντας, πιστεύουν ότι έκαναν το σωστό, νιώθοντας ήδη μια παράξενη έλξη και ένα ανεξήγητο δέσιμο με την Αυγή και την ιστορία της.
Η ανάγνωση της ιστορίας της Αυγής, της αντάρτισσας, κατά τη διάρκεια της εξορίας της, αρχίζει. Συγχρόνως, ξετυλίγονται και οι ζωές και άλλων εξόριστων στο νησί, των κοριτσιών που έμεναν στη σκηνή μαζί με την Αυγή, της Μαρίας, της «προληπτικής», όπως έλεγαν τις γυναίκες που εξορίζονταν χωρίς να έχουν άμεση εμπλοκή, μόνο και μόνο γιατί είχαν συγγενείς που ήταν αντάρτες, της Αντιγόνης, της αγγελιαφόρου, της Δήμητρας, της Γιωργίτσας, της Σμαρούλας. Ταυτόχρονα, παρουσιάζονται και τα φρικτά βασανιστήρια που υπέστησαν οι εξόριστες στο Τρίκερι, όπως όλοι οι εξόριστοι σε όλα τα κολαστήρια της Ελλάδας, στη Γυάρο, στη Μακρόνησο, στη Χίο, στη Λέρο…
Η Αυγή είναι ερωτευμένη με τον Αιμίλιο με τον οποίο γνωρίστηκαν στο βουνό, το 1946. Η μοίρα τους χώρισε, αλλά θα τους φέρει ξανά, για λίγο, στο Τρίκερι, όπου εκτός από γυναίκες ήταν εξόριστοι και άνδρες, 1500 περίπου. Μετά θα χαθούνε και πάλι. Η ιστορία της Αυγής θα συγκινήσει την Αναστασία, η οποία θέλει να μάθει περισσότερα για την ηρωίδα και τη ζωή της. Σε αυτό το παιχνίδι αναζήτησης θα επιστρατευθεί ο παππούς Γιώργος, ιστορικός, θείος του Ηλία και η Βιβή, δημοσιογράφος από τα Τρίκαλα. Το ένα στοιχείο οδηγεί στο άλλο και το κουβάρι του νήματος όλο και ξετυλίγεται και καθώς ξετυλίγεται αυτό το κουβάρι, όλο και περισσότερο η μοίρα της Αυγής συνδέεται με τη μοίρα της οικογένειας της Αναστασίας.
Ποια η σχέση του διοικητή του κέντρου εξόριστων στο Παλαιό Τρίκερι Θεογιάννη με τον Ηλία και την Αναστασία; Ποια η μοίρα της Αυγής και του Αιμίλιου; Έπέζησαν; Και αν επέζησαν, μετά την εξορία, κατάφεραν να συναντηθούνε; Και αν ζούνε, που βρίσκονται σήμερα; Ποια η τύχη του διοικητή του νησιού Θεογιάννη και ποια η μοίρα του βασανιστή της Αυγής που έσβηνε τσιγάρα πάνω της, του Ξενοφώντα Ακριβού από το Γαρδίκι Τρικάλων; Ποια η μοίρα των άλλων κοριτσιών που μοιράζονταν τη σκηνή με την Αυγή;
Αυτά και άλλα ερωτήματα θα απαντηθούνε όσο η πλοκή εξελίσσεται. Η αγωνία όλο και κορυφώνεται, κρατώντας τους αναγνώστες του βιβλίου «όμηρους» μέχρι και την τελευταία σελίδα, όπου γίνονται νέες αποκαλύψεις. Έρχεται η κάθαρση, οι υπαίτιοι πληρώνουν για τα κρίματά τους, η αδικία αποκαθίσταται ή δεν υπάρχει δικαίωση; Το παιδί της Αυγής θα ζήσει ή θα πεθάνει; Και τελικά ποιος είναι ο πατέρας του παιδιού της, ο άντρας που αγάπησε και του αφιέρωσε τη ζωή της ή ο βιαστής της στο Τρίκερι;
Την ιστορία της Αυγής τη μαθαίνουμε από το ημερολόγιό της -Ημερολόγιο εξορίας όπως το ονομάζει-, το θαμμένο τετράδιο, αλλά και από «αναδρομικές αφηγήσεις», οι οποίες ξεκινάνε από το 1942, όταν η Αυγή -Κατερίνα τότε- μυείται στο ΕΑΜ από τον θείο της Σταμάτη και εντάσσεται στην Εθνική Αντίσταση, προσφέροντας τις υπηρεσίες της στην πατρίδα. Ο Σπύρος Πετρουλάκης και σε αυτό το βιβλίο ακολουθεί το γνωστό του στυλ. Έχοντας ως αφετηρία το σήμερα κάνει άλματα στο χθες, πότε στο 1942, πότε στο 1946, πότε στο 1949, πότε στη δεκαετία του ’60 και πότε στη δεκαετία του ’70. Με ιδιαίτερη ευκολία μεταβαίνει από το παρόν στο παρελθόν και πάλι στο παρόν. Ενδιάμεσα παρεμβάλλονται οι σελίδες του Ημερολογίου που καλύπτουν το χρονικό διάστημα από Μάη του 1950 μέχρι το Μάρτη του 1951.
Εκτός από τους ήρωες του μυθιστορήματος, τους ήρωες του χθες και του σήμερα, παρεμβάλλονται και μια σειρά γνωστά ιστορικά πρόσωπα, όπως η αγωνίστρια δασκάλα Ρόζα Ιμβριώτη που ήταν εξόριστη στο Τρίκερι όπου και οργάνωσε αλληλοδιδακτικά μαθήματα για τις εξόριστες (οι μεγαλύτερες εξόριστες δίδασκαν τις μικρότερες), ο γιατρός Γεώργιος Καραμάνης που αφιέρωσε τη ζωή του στο σανατόριο που ίδρυσε στα Χάνια του Πηλίου. Μικρότερη αναφορά γίνεται και σε άλλα ιστορικά πρόσωπα, όπως ο μεγάλος μας ποιητής Σικελιανός και η δεύτερη γυναίκα του Άννα, η οποία εγκατέλειψε τον Καραμάνη για αυτόν. Έμμεση αναφορά στον παπά-Ανυπόμονο του ΕΑΜ γίνεται με την παρουσία του πάπα-Γιάννου από την Άμφισσα. Επίσης, γίνεται αναφορά σε ιστορικά γεγονότα, όπως το παιδομάζωμα (έτσι το αποκαλούσε ο εθνικός στρατός) ή παιδοσώσιμο (όπως το ονομάζανε οι αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας), οι δηλώσεις μετανοίας (όσοι-ες τις υπογράφανε γλύτωναν τα βασανιστήρια και επέστρεφαν στα σπίτια τους, δεν γλύτωναν όμως την ντροπή και τις ενοχές).
Η Θεσσαλία πρωταγωνιστεί στο μυθιστόρημα του Πετρουλάκη. Η πόλη του Βόλου, το Τρίκερι, ο Άγιος Λαυρέντιος, τα Τρίκαλα, το Γαρδίκι Τρικάλων (ένα ορεινό χωριό των Τρικάλων που το χειμώνα είναι ακατοίκητο ενώ το καλοκαίρι βουλιάζει από τον κόσμο). Αναφορά γίνεται και στη Λαμία, τόπο καταγωγής της Αυγής, καθώς και στην Κάλυμνο, πατρίδα του Αιμίλιου. Έμμεση αναφορά γίνεται και σε άλλες περιοχές.
Η πάλη του καλού με το κακό επικρατεί και σε αυτό το βιβλίο του Σπύρου. Από τη μία έχουμε τον καπετάν Ανέστη, ένα καλό και ευγενικό άνθρωπο που αγαπάει και νοιάζεται την Αυγή και στον αντίποδά του, τον διάδοχό του, μετά το θάνατό του, Καπετάν Μπράμο, έναν κακό και ανάποδο άνθρωπο. Συναντούμε καλούς δεσμοφύλακες που κάνουν τα στραβά μάτια και βοηθάνε, όταν μπορούν, τις εξόριστες, αλλά γνωρίζουμε και τον κακό και βάναυσο Ξενοφώντα Ακριβό. Ο σκληρός και αδίστακτος διοικητής του στρατοπέδου Θεογιάννης ή Θεός-όπως αυτοαποκαλείται- δεν έχει καμία σχέση με τον διοικητή που τον διαδέχεται, τον Τσιάρα, που είναι λιγότερο αυστηρός και πιο δίκαιος από τον προκάτοχό του. Ο Σπύρος Πετρουλάκης, για ακόμη μια φορά, αποδεικνύει ότι τίποτα δεν είναι άσπρο ή μαύρο. Ακόμη και μέσα στο σκοτάδι υπάρχουν ψήγματα φωτός και καλοσύνης.
Το ύφος της «Αυγής» είναι το αναγνωρίσιμο, πλέον, ύφος και στυλ του Πετρουλάκη. Η γραφή του απλή, λιτή και ρεαλιστική. Οι εναλλαγές παρελθόντος-παρόντος, ο έρωτας που είναι πανταχού παρών στο μυθιστόρημα, το μυστήριο που πλανάται σε πολλές σελίδες, τα μυστικά του παρελθόντος που βγαίνουν στην επιφάνεια, οι καλά κρυμμένες ιστορίες, τα λάθη των ηρώων, οι λανθασμένες επιλογές τους και τα ψέματα που τους πλήγωσαν και κατέστρεψαν τη ζωή τους, οι αποκαλύψεις μέχρι και την τελευταία σελίδα σε κρατάνε σε αγωνία και δημιουργούν ένα συγκλονιστικό και καθηλωτικό μυθιστόρημα, ένα μυθιστόρημα με πολλά ιστορικά στοιχεία. Η ιστορία της Αυγής διαπλέκεται με την ιστορία του Ηλία και των άλλων εμπλεκομένων, τόσο στο χθες, όσο και στο σήμερα. Τι σχέση έχουν αυτές οι ιστορίες μεταξύ τους, που συναντιούνται και που τέμνονται, θα το μάθετε μόνο, αν διαβάσετε το βιβλίο! Αναμφισβήτητα, θα βγείτε κερδισμένοι από αυτό το συναρπαστικό ταξίδι στη ζωή της Αυγής, θα γίνετε πλουσιότεροι σε συναισθήματα και σε γνώσεις. Η «Αυγή» δεν είναι απλό μάθημα ιστορίας, αλλά ένα δυνατό μάθημα ζωής. Μια γροθιά στο στομάχι, μια πτυχή της νεότερης ιστορίας της χώρας μας προς αποφυγή, μια «πληγή», για την οποία πρέπει να ακούσουν οι νεότερες γενιές, ώστε να αποτρέψουν την επανάληψή της.
*Η Αθανασία Τσιοτινού είναι Φιλόλογος-Θεατρολόγος, Μed, MA