Η κρίση και η ανεργία δοκιμάζουν τα νοικοκυριά τα τελευταία χρόνια… Οι οικογένειες δεν τα βγάζουν πέρα και σε πολλές περιπτώσεις αδυνατούν ακόμη και να έχουν τα απαραίτητα για τη διαβίωσή τους. Σπίτια χωρίς θέρμανση και κάποιες φορές ακόμη και χωρίς ρεύμα, τραπέζια χωρίς ψωμί κι άδειες κατσαρόλες στη φωτιά…
Της Βιβής Μαργαρίτη
Οι Τρικαλινοί, όπως κι όλοι οι Έλληνες, στην οικογενειοκρατούμενη Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχουν στραφεί στην οικογένεια για βοήθεια (κάτι αδιανόητο, για παράδειγμα, στη Γερμανία όπου ο άγραφος αυτός -ελληνικός- νόμος ισοδυναμεί με ντροπή). Ο παππούς και η γιαγιά με την πενιχρή σύνταξη σηκώνουν το βάρος των οικογενειών των παιδιών τους. Πολλοί επέστρεψαν στα πατρικά τους σπίτια μην μπορώντας να πληρώσουν λογαριασμούς κι ενοίκια. Η σύνταξη εξανεμίζεται από τις πρώτες κιόλας μέρες του μήνα και όλοι προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα όπως, όπως μέχρι το τέλος του μήνα.
«Βοηθάω όσο μπορώ»
Ο κ. Γιώργος Κ. είναι μία τέτοια περίπτωση. Έχει δύο γιους. Και οι δύο έμειναν άνεργοι. Έχουν οικογένεια, από δύο παιδιά ο καθένας. «Δυσκολεύονται και προσπαθώ να τους βοηθήσω όσο μπορώ» μας λέει. «Η κυρά μου είναι άρρωστη και παίρνει μία μικρή σύνταξη, ίσα, ίσα για τα φάρμακα φτάνουν. Με τη δική μου σύνταξη βοηθάμε όσο μπορούμε τα παιδιά. Εμείς βολευόμαστε και με λίγα. Εκείνα έχουν παιδιά. Μένουν στην Αθήνα και τα έξοδα είναι πολλά» μας εξηγεί.
Πακέτα
Κάθε μήνα οι παππούδες χαρτζιλικώνουν τα παιδιά τους για να τα βγάλουν πέρα. Μάλιστα στις αρχές του μήνα φροντίζουν να τους αγοράζουν τα απαραίτητα για τη διατροφή τους. Κρέας, σούπερ μάρκετ, χαρτικά… Όλα από την πενιχρή σύνταξη που μοιράζεται στα δύο, στα τρία κλπ για να μπορέσουν να συντηρηθούν 2, 3 ή και παραπάνω οικογένειες.
Το κρέας αποτελεί μία από τις σημαντικές βοήθειες. Ο παππούς και η γιαγιά επισκέπτονται τον κρεοπώλη. Αγοράζουν τα κρατικά για τις οικογένειες των παιδιών τους και τα στέλνουν πακέτο ακόμη και στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, όπως μας λένε κρεοπώλες. Για το σκοπό αυτό επιστρατεύονται το ΚΤΕΛ, ακόμη και ειδικές υπηρεσίες αποστολών που διαθέτουν ψυγεία. Έτσι, τουλάχιστον τα παιδιά και οι οικογένειές τους θα έχουν να φάνε.
Με τις συντάξεις των παππούδων ζουν παιδιά κι εγγόνια
Τους φόρους (ΕΝΦΙΑ) και τους λογαριασμούς της ΔΕΗ αναλαμβάνουν σε πολλές περιπτώσεις οι παππούδες και οι γιαγιάδες, προσπαθώντας να δώσουν ένα χεράκι βοήθειας στα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, ενώ δεν είναι λίγες και οι περιπτώσεις που οι συντάξεις συντηρούν ολόκληρο το νοικοκυριό. Συζητώντας με φίλους και γνωστούς βρήκαμε όλοι είχαν να μας πουν από ένα παράδειγμα όπου οι παππούδες μοιράζουν τη σύνταξή τους. Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποιες τέτοιες περιπτώσεις.
Ο Κώστας Δ. 48 ετών εκπαιδευτικός, έχει δύο παιδιά, το ένα είναι φοιτητής στην Αθήνα, και το άλλο πηγαίνει στο λύκειο και είναι ο μόνος που εργάζεται στο σπίτι: «Τα περίπου 900 ευρώ που παίρνω δε φτάνουν να συντηρήσουν δύο σπίτια, ένα εδώ στα Τρίκαλα κι ένα στην Αθήνα, που σπουδάζει το παιδί μου. Οι γονείς μου, συνταξιούχοι δημόσιοι υπάλληλοι, έχουν αναλάβει να πληρώνουν τους λογαριασμούς του σπιτιού και την εφορία. Ευτυχώς, που έχουν δύο συντάξεις, έστω και μικρές και αφιερώνουν τη μία σε μας. Διαφορετικά δε θα μπορούσαμε να σπουδάσουμε το παιδί».
Η Στέλλα Μ. 37 ετών είναι μητέρα τριών μικρών παιδιών, η ίδια δεν εργάζεται και ο σύζυγος της ελαιοχρωματιστής στο επάγγελμα δουλεύει ως εργάτης με πεντάμηνη σύμβαση. «Τα 500 ευρώ από τα πεντάμηνα, φτάνουν μόνο για το σούπερ μάρκετ του μήνα, όλα τα υπόλοιπα τα πληρώνουν οι παππούδες», αναφέρει μεταξύ άλλων.
Παρόμοια η κατάσταση, για το 42χρονο Μανώλη Δ. που δούλευε σε οικοδομές, «είμαστε άνεργοι και οι δύο, κάνω ελάχιστα μεροκάματα και όλα τα έξοδα του σπιτιού τα έχει αναλάβει η μάνα μου με τη σύνταξη των 600 ευρώ. Δεν κρύβω ότι φοβάμαι πολύ, ότι αν πάθει κάτι θα πεινάσουμε» αναφέρει.
Από την άλλη τα πράγματα δεν είναι εύκολα ούτε για τον 52χρονο Αναστάσης Σ.. Η δουλειά του λόγω της κρίσης «πάει κατά διαόλου» (όπως ο ίδιος λέει) και τώρα το μόνο που έχει είναι ένας μικρός μισθός εργάτη κι ένα σπίτι το οποίο φοβάται να μη χάσει «Τα πουλήσαμε όλα, το μόνο που μας έμεινε είναι ένα να σπίτι στο οποίο έχουν έρθει και οι γονείς μου για να μειωθούν τα έξοδα. Έχω 4 παιδιά και το μεγάλο ψάχνει για δουλειά. Δεν έχω να πληρώσω ούτε τον ΕΝΦΙΑ ούτε τίποτα. Όλα μας τα έσοδα πάνε στα απολύτως αναγκαία και πάλι δε φτάνουν. Εκείνο που φοβάμαι πολύ είναι ότι θα μας πάρουν το σπίτι» λέει.
Η Μαρία Α. 40 ετών, χώρισε πρόσφατα και η ημιαπασχόλησή της δεν της επιτρέπει να συντηρεί δικό της σπίτι. Έτσι επέστρεψε στους γονείς της: «Οι γονείς μου σ’ αυτή τη φάση βοηθούν τόσο οικονομικά, όσο και στην ανατροφή του παιδιού, αφού για να δουλέψω εγώ, έστω και λίγες ώρες, τους το αφήνω να το προσέχουν» μας εξηγεί.