Σασμός: Μια Κρητικιά είδε τα πρώτα επεισόδια της νέας σειράς & σχολιάζει

Ο Σασμός, η νέα σειρά του Alpha, έκανε πρεμιέρα πριν από λίγες ημέρες και ήδη έχει επικρατήσει στις προτιμήσεις του τηλεοπτικού κοινού, το οποίο αποζητούσε εδώ και καιρό τη μυθοπλασία, αφήνοντας για λίγο τα reality shows στην άκρη. Ομολογώ πως αρχικά δε σκόπευα να την παρακολουθήσω, γιατί ήθελα πρώτα να διαβάσω το ομότιτλο μυθιστόρημα του Σπύρου Πετρουλάκη, στο οποίο βασίστηκε το σενάριο του Βασίλη Σπηλιόπουλου.

Ωστόσο, ένα βράδυ την ώρα του ζάπινγκ “έπεσα” πάνω της και η σκηνοθεσία του Κώστα Κωστόπουλου μέ κέρδισε αμέσως, μαζί με τις πολύ καλές ερμηνείες των πρωταγωνιστών. Η σειρά λοιπόν δικαίως “σαρώνει” κάθε βράδυ και ως Κρητικιά δε θα μπορούσα να μη σχολιάσω με διάφορους τρόπους αυτή την τηλεοπτική παραγωγή – την οποία είδα όλη μαζεμένη στο εύχρηστο Web TV του Alpha (κλικ εδώ). Ας παρουσιάσω, λοιπόν, από τη δική μου πλευρά, κάποιες αλήθειες και μερικές διαφορετικές εκδοχές της καθημερινής ζωής στα χωριά και τις πόλεις της Κρήτης, χωρίς να παραλείψω, φυσικά, τον γεικότερο σχολιασμό της σειράς – όπως έχετε ήδη ήδη καταλάβει, στην Κρήτη μάς αρέσει πολύ ο σχολιασμός, σχεδόν όσο και η ρακή.

Καταρχάς ας ξεκινήσω με την Μαρία Τζομπανάκη, η οποία είναι η μόνη ηθοποιός που θα μπορούσε να υποδυθεί την Καλλιόπη Σταματάκη. Μιλάμε για ακραία περίπτωση ντάνας (‘καραντάνας‘, θα έλεγε κανείς, λίγο πιο επιστημονικά), για έναν τύπο γυναίκας τον οποίο συναντάς πολύ συχνά στην Κρήτη, απ’ άκρη σε άκρη της. Είναι η μάνα που θα καταλάβει ότι έχεις κάτι μόλις ακούσει το αυτοκίνητό σου να παρκάρει απέξω – δε χρειάζεται καν οπτική επαφή μαζί σου – είναι το “αφεντικό” του σπιτιού, που μοιράζει τη σοφία της απλόχερα (ακόμα κι όταν δεν της το ζητάς), είναι ο αρχι-consultant στα πάντα όλα (δουλειά, γκομενικά, επενδύσεις σε ομόλογα, κ.ο.κ.) και, στη συγκεκριμένη περίπτωη που δεν υπάρχει και πατέρας, είναι ξεκάθαρα η αρχηγός της οικογένειας. Στο σημείο αυτό να πούμε ότι αυτό είναι κάτι που πολύ συχνά συμβαίνει στην Κρήτη, χωρίς ωστόσο να μιλάμε δογματικά για μια αυστηρά μητριαρχική κοινωνία (αν είσαι κοινωνιολόγος και μάς διαβάζεις, πες μας λίγο τη γνώμη σου επ’ αυτού). Σώνει δα, όμως, με την κοινωνιολογική ανάλυση της Καλλιόπης, το resting bitch face, που μεταφράζεται στα κρητικά ως “έχω αυτό το βλέμμα γιατί δε μου φρουκάσαι ποτέ” (δεν με ακούς ποτέ, δηλαδή) είναι το βασικό πράγμα που σε καθηλώνει στον καναπέ με μισοφαγωμένο το πατατάκι στο ένα χέρι και επαναλαμβάνοντας από μέσα σου “εγώ θα βρω μια καλή κοπέλα στον Μαθιό κυρία Καλλιόπη, εγώ, τώρα ξεκινάω να παίρνω τηλέφωνα”. Περιμένουμε λοιπόν η Καλλιόπη να δώσει πάρα πολύ πόνο σε όλα τα επίπεδα και στο μεταξύ οφείλουμε να τονίσουμε πόσο σωστά και χωρίς υπερβολές έχει πιάσει τη ρεθυμνιώτικη, ελαφρά τραγουδιστή προφορά, η ηθοποιός.

Και μετά το παραλήρημα για την Καλλιόπη, την Καλλιοπάρα, ας πάμε σε μερικά κλισέ που δε γίνεται ποτέ να αποφύγεις όταν φτιάχνεις μια σειρά που διαδραματίζεται στην Κρήτη, διότι, καλώς ή κακώς, αυτά συμβαίνουν ακόμα, κι αν όχι παντού, σε αρκετά μέρη της. Είδατε ότι μέχρι τώρα πουθενά δεν αναφέρω την Κρήτη ως “νησί”. Νησί είναι η Σίφνος. Η Σέριφος. Η Ίος. Η Σαντορίνη. Η Κρήτη έχει 4 νομούς και 600 χιλιάδες κατοίκους, δηλαδή την Αυστραλία, από όπου ήρθε και η Αργυρούλα μας, τη λες νησί; Όχι, άρα γιατί να πεις την Κρήτη, επειδή δεν έχει καγκουρό; Αφήκετέ με μπλιο.

Πάμε, λοιπόν, στα αναπόφευκτα κλισέ:

Πίνουμε κάθε μέρα, όλη μέρα ρακή; Αναλόγως του πού ζούμε και τι δουλειά κάνουμε. Αν είσαι π.χ. δάσκαλος σε δημοτικό δε θα καθίσεις στο διάλειμμα να τσουγκρίσεις με το συνάδελφό σου, αλλά γενικώς συνηθίζεται η κατανάλωσή της, αν όχι τόσο στις μεγάλες πόλεις, στα χωριά πάντως σίγουρα, όπου υπάρχουν και εκείνα τα φανταστικά καφενεία που σε κάνουν έτσι κι αλλιώς να αποζητάς αυτό το “δροσερό κάψιμο” του ντόπιου moonshine (εντάξει, δεν είναι παράνομο να φτιάχνεις ρακή, απλά τo moonshine είναι τόσο λυρική λέξη και κάπου ήθελα να τη μπήξω – που σημαίνει “παραχώσω”).

Η μόνη δική μου ένσταση στο θέμα της ρακής, όπως παρουσιάζεται στη σειρά, είναι ότι, αν υπάρχει κοντά ψυγείο και δεν πίνουμε στη μέση του χωραφιού, τη θέλουμε να είναι όσο πιο παγωμένη γίνεται (ιδανικά να έχει βγει από την κατάψυξη). Επίσης, ο μεζές της ρακής είναι το νερό και όπου υπάρχει ρακή πρέπει να υπάρχει και νερό, αλλιώς μετά από ώρα, όσο πράκτις κι αν έχεις κάνει, κινδυνεύει να γκαγκανιάσει το “είναι” σου από την αφυδάτωση.

Κερνάμε όλο το μαγαζί/ πανηγύρι όταν συμβαίνει κάτι καλό; Ναι, φυσικά, ενίοτε το κερνάμε και χωρίς κάποια συγκεκριμένη αφορμή, είμαστε λαρτζ εκ φύσεως σε όλα.

Λέμε όλοι και όλη μέρα μαντινάδες; Όχι. Λένε όσοι ασχολούνται με τις μαντινάδες και έχουν το χάρισμα να τις δημιουργούν. Οι υπόλοιποι ξέρουμε απέξω από μια ως τρεις – κι αυτό με το πολύ ζόρι, γιατί τις έλεγε συνέχεια ο παππούς μας, και η μια οπωσδήποτε αναφέρεται στον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Υπάρχει τουλάχιστον ένα ούζι/ άλλου τύπου όπλο σε κάθε σπίτι; Ομοίως με παραπάνω, αναλόγως με το πού ζεις στην Κρήτη (ανατολικά, δυτικά, στη μέση, στα όρη, στις πεδιάδες, κ.λπ.) και ποια είναι η κουλτούρα που έχεις πάρει από το σπίτι σου ως προς τα όπλα και τη χρήση τους. Παλιότερα (πάνω από 100 χρόνια πριν) είχαν σχεδόν όλες οι (μη αστικές τουλάχιστον) οικογένειες από ένα – εμείς π.χ. εκείνη τη μπερέτα του παππού μου του Μιχάλη από τον πόλεμο, ακόμα την ψάχνουμε και δεν ξέρουμε ποιος την έχει καβατζώσει, ευτυχώς που δε δουλεύει. Πόσοι πηγαίνουν όπως ο Μαθιός με τα παιδιά στα όρη και πυροβολούν “ντενεκάκια” (αλουμινένια δοχεία) για να κάνουν εξάσκηση; Δεν το ξέρουμε και αμφιβάλλω αν μπορεί να το υπολογίσει και κανείς. Όχι, ούτε λύρα έχουμε υποχρεωτικά σε κάθε σπίτι, αλλά τον Ερωτόκριτο τον λατρεύουμε. Όλοι. Ανεξαιρέτως. Δεν ακούω κουβέντα *ύφος Καλλιοπάρας*.

Kudos στους συντελεστές της σειράς, παρεμπιπτόντως, που ανέδειξαν το θέμα των μπαλωθιών, ειδικά μέσα από το παράδειγμα του Βασίλη Σκουλά, ο οποίος πράγματι τις απαγορεύει στα γλέντια όπου παίζει, διότι μεταξύ άλλων είχε κάποτε τραυματιστεί από αδέσποτη σφαίρα.

Είναι τόσο σοκαριστικό το να πουλήσεις “ποτιστικά μουρέλα”; ΝΑΙ, ΕΙΝΑΙ. Πόσο εύκολο νομίζετε πως είναι να βαθύνει κι άλλο η γεώτρηση, να μπουν σωλήνες και να ανέβουν στο Πέρα Ανάθεμα όπου έχει καθένας το χωράφι με τις ελιές του; Το να πουλάς ποτιστικές ελιές όταν δεν υπάρχει ανάγκη για χρήματα που θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα υγείας είναι σα να πουλάς τη μάνα σου. Και σκέψου να είναι η μάνα σου η Καλλιόπη.

Υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που προσφωνούν τις συζύγους τους “γυναίκα”; Δυστυχώς, ναι, αλλά όσο περνούν τα χρόνια αυτό εκλείπει – ή έτσι θέλω να πιστεύω, τι να σας πω, στην ανατολική Κρήτη είμαστε πιο χειραφετημένες ίσως (μπορεί και να παραληρώ γιατί στο μεταξύ φαντάζομαι τον Ζαχαράτο να κάνει την Τζομπανάκη και κλαίω ήδη). Υπάρχουν ακόμα πατεράδες και αδελφοί που κάνουν έλεγχο στις γυναίκες της οικογένειας για το τι θα φορέσουν; Προφανώς και υπάρχουν, όπως ο Παντελής και ο Νικηφόρος, ωστόσο η κουλτούρα σε κάποια μέρη έχει αρχίσει να αλλάζει και οι γυναίκες αφήνονται στην ησυχία τους να ντύνονται/ βάφονται/ κυκλοφορούν όπως γουστάρουν. Υπόψιν ότι πολύ συχνά τον έλεγχο και τις στυλιστικές παρατηρήσεις τίς κάνουν και γυναίκες προς άλλες γυναίκες (εσωτερικευμένος μισογυνισμός, φόβος, τρόπος με τον οποίο μεγάλωσαν, όλα μαζί ίσως βρίσκονται πίσω από αυτό). Η Θοδώρα πάντως χέστηκε – και πολύ καλά κάνει. Είπα “Θοδώρα” και θυμήθηκα πόσο έχουν πετύχει ως χαρακτήρα τον Γιώργο τον Ηρακλειώτη, που θέλει πάντα τα καλύτερα/ ακριβότερα/ πιο σκαμπαχτερά (εντυπωσιακά) πράγματα από όλα. Εξαιρετικά επιτυχημένη ως ντόπιος χαρακτήρας είναι, επίσης, και η Στέλλα (αν έχεις κάνει δικηγόρος στην Κρήτη όπως εγώ, το καταλαβαίνεις άμεσα) και υπέροχη η Ευγενία Σαμαρά σε αυτό το ρόλο.

Υπάρχουν τύποι σαν τον Στεφανή εκεί έξω; Σε κάθε σόι τουλάχιστον ένας – δυο, πρακτικά όλοι έχουμε από μια δύστυχη ξαδέρφη που έχει παντρευτεί κι από έναν τέτοιο. Ο Τάσος Νούσιας αποδίδει εξαιρετικά με την ερμηνεία του έναν χαρακτήρα που θα αποκαλούσαμε “ολοκούζουλο“, “αλητρούιτο” (μη ρωτήσετε τι σημαίνει, ό,τι καταλαβαίνετε), “παράουρο” στη σκέψη σε μερικά πράγματα (ήντα την ήθελες κι εσύ την κούρσα μωρέ Στεφανή με τσι δρόμους που ‘χομε ετά κάτω, πάνε τα αμορτισέρ), θεωρώ ωστόσο ότι η προφορά του “σηκώνει” λίγη διόρθωση”. Π.χ. δε λέμε “πράΓμα δεν κατέχω”, λέμε “πράΜα δεν κατέχω”. Λεπτομέρειες είναι αυτές, απλά ήθελα να τις πω, μη γκρινιάζετε γιατί θα φωνάξω την Καλλιόπη. Μιας και είπα για προφορές, η έτερη που έχει κάνει mastering τη ντόπια ρεθυμνιώτικη προφορά είναι η Μαριλίτα Λαμπροπούλου (η οποία είναι και αγέραστη, δηλαδή νόμιζα ότι αργά ή γρήγορα θα πεταχτεί από δίπλα της ο Γεωργούλης από όταν έπαιζαν στον Εραστή Δυτικών Προαστίων).

Έχουμε όλοι κρητική προφορά; Όχι, αλλά ακόμα και όσοι δε μιλάνε με κρητική προφορά, τονίζοντας π.χ. το κ (όχι παντού, εκεί που πρέπει μόνο) σε ένα μεγάλο ποσοστό διατηρούμε τον επιτονισμό των λέξεων και μιλάμε τραγουδιστά χωρίς να το καταλαβαίνουμε.

“Διαβάζουν” όλες οι γιαγιάδες τα πουλιά; Όχι, δεν είναι όλες οι Κρητικιές γιαγιάδες “ορνιθολόγοι – μελλοντολόγοι”, ΑΛΛΑ, όλες έχουν τα λεγόμενα “παρατηρήματα”. Κάποια πράγματα, δηλαδή, που βλέπουν στη φύση ή στο σπίτι ή στους ανθρώπους μπορεί να μην τους αρέσουν γιατί θεωρούν πως προμηνύουν κάτι κακό – και τ’ ανάπαλιν.

Είμαστε τόσο έτοιμοι πάντα να σκοτωθούμε μεταξύ μας; Οι περισσότεροι, όχι, μια μικρή πλειοψηφία, δυστυχώς, ναι. Ελπίζουμε πως τώρα αυτή η πλειοψηφία που θα παρακολουθεί τον “Σασμό” θα αρχίσει να αλλάζει γνώμη.

Υπάρχει περίπτωση να γίνει “Σασμός” μέσω ενός έρωτα; Τι να σας πω, εγώ δεν έχω υπόψιν μου τέτοιο παράδειγμα, εξ ου και θα συνεχίσω να βλέπω τη σειρά φανατικά, μπας και μάθω.

πηγή :https://www.thedailyowl.gr/sasmos-mia-kritikia-eide-prota-epeisodia-neas-seiras-kai-sxoliazei/?fbclid=IwAR1vbs-aLEQbs4Lwk12FGe3ldt0hGXJZaHPUNvBVirwQpZdqLMf9fsS86AM