Όταν μια επιδημία «σάρωσε» τη Θεσσαλία με χιλιάδες νεκρούς

Όταν μια επιδημία «σάρωσε» τη Θεσσαλία με χιλιάδες νεκρούς

Δεν είναι η πρώτη φορά που η ανθρωπότητα και, φυσικά, η χώρα μας, έρχονται αντιμέτωπες με μια τρομερή επιδημία  που σκόρπισε τον θάνατο.

Στο πέρασμα του χρόνου πολλές επιδημίες ξέσπασαν με τραγικές επιπτώσεις στην ανθρωπότητα. Μια από αυτές ήταν και η τρομερή επιδημία της πανώλης. Η πανδημία πανώλης ευρέως γνωστή ως πανούκλα, είναι μία ζώο-νόσος των τρωκτικών και των ψύλλων τους.

Όπως έγραψε ο Διονύσιος Πύρρος ο Θετταλός, η πανούκλα (πανώλη), «το πάθος τούτο ήλθε προ πολλών αιώνων εις την Ευρώπην από τα ενδότερα μέση της Ασίας και ευδαίμονος Αραβίας».

Αυτό, λοιπόν, το πάθος, ο μαύρος θάνατος, αποδεκάτισε τον πληθυσμό της Ευρώπης, τουλάχιστο από το 1347 και εξής, ερημώνοντας γειτονιές, οικισμούς και κωμοπόλεις

Η αρχαιότερη γραπτή αναφορά για την εμφάνιση της επιδημίας στον θεσσαλικό χώρο ανάγεται στην διετία 1466-1467.Κατά τον επόμενο (16ο) αιώνα αναφέρεται ότι η επιδημία έπληξε την Θεσσαλία τρεις φορές το 1545,` το 1555 και το 1565. Τον επόμενο (17ο αιώνα), η πανούκλα έπληξε τα Τρίκαλα και την Λάρισα, τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα της Θεσσαλίας, το έτος 1611.

Λίγα χρόνια μετά, το 1620, η επιδημία αναφέρεται ότι έπληξε την Ελασσόνα και την Λάρισα και δυο χρόνια αργότερα, το 1662, την Λάρισα, πάλι, και το Μοσχολούρι των Σοφάδων.

Το 1642, χρονιά κατά την οποία η επιδημία της πανούκλας έχει εξαπλωθεί σε όλη, σχεδόν, την Βόρεια Ελλάδα, η Θεσσαλία είχε και αυτή τα θύματά της.

Στις Θεσσαλικές πηγές για τρώτη φορά η πανούκλα αναφέρεται το 1648-1649.

Σε ένα έγγραφο του οθωμανού ιεροδίκη της Λάρισας, σχετικό με κληρονομικά ζητήματα μιας οθωμανικής οικογένειας, αναφέοεται ότι το 1648 πέθανε από την πανούκλα ο Οθωμανός Σελίμογλου, κάτοικος τον οικισμού Μεγάλο Κεσερλί, του σημερινού δηλαδή Συκουρίου της Λάρισας.

Πόσα άλλα θύματα υπήρξαν στην περιοχή της Λάρισας δεν είναι γνωστό, καθώς δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες.

Έκτοτε, και μέχρι τα τέλη τον 18ον αιώνα, η μάστιγα αυτή αναφέρεται πολλές φορές στις ενθυμήσεις των μοναστηριακών κωδίκων και των έντυπων βιβλίων.

Σε ένα άλλο έγγραφο τον οθωμανού ιεροδίκη της Λάρισας αναφέρεται ότι το 1651 η περιοχή της Λάρισας είχε πληγεί και πάλι από την πανούκλα.

Πιθανόν να μην είχε εξαλειφθεί ακόμα η επιδημία τον 1648-1649.

Στον γειτονικό οικισμό Γούνιτσα (τουρκικά, Ντογαντζί Μπογαζί), την σημερινή Αμυγδαλέα, είχαν πεθάνει πολλοί χωρικοί και πολλοί είχαν φύγει μακριά για να γλυτώσουν.

‘Ετσι, οι χωρικοί που παρέμειναν δεν μπορούσαν να πληρώσουν τους φόρους των νεκρών και εκείνων οι οποίοι είχαν εγκαταλείψει τον οικισμό, όπως ήταν υποχρεωμένοι από τον οθωμανικό νόμο, ως αλληλέγγυοι.

‘Ενας άλλος θυμησογράφος, μεταξύ των άλλων που αναφέρει, σημείωσε ότι «κατά τους αχξζ’ έγινεν μεγάλο θανατικώ».

Είναι πιθανό, με τον ερχομό στη Λάρισα τον πρωθυπουργού της οθωμανικής αυτοκρατορίας Αχμέτ Κιουπρολή, για να προετοιμάσει την υποδοχή και την ολιγόχρονη παραμονή τον σουλτάνου Μεχμέτ Δ’ στην πρωτεύουσα της Θεσσαλίας, να ήρθε κάποιος μολυσμένος και να μετέδωσε την επιδημία. Τα θύματα αυτήν την φορά ήταν πολλά.

Ο θυμησογράφος μας πληροφορεί ότι «τω 1667 η πανώλης αφήρπαοεν εκ Λαρίσης το ήμισυ των κατοίκων, των δε πέριξ χωρίων έταθον πολλά ολίγοι».

Δεν μας πληροφορεί, φυσικά, για τον αριθμό των θυμάτων, αλλά με την λέξη περισσό δίνει την έκταση της συμφοράς. Μετά από 9 χρόνια και πάλι η επιδημία αποδεκάτισε τον πληθυσμό της Θεσσαλίας

‘Ενας θυμησογράφος από την Αγιά της Λάρισας μας πληροφορεί ότι η πανούκλα εμφανίστηκε στις 6.4.1689 και ότι τα Θύματά της ήταν πολλά που έφτανα τα 1000

Τον ίδιο αριθμό θυμάτων 1.000, αυτού τον έτους, αναφέρει και μία άλλη ενθύμηση, γραμμένη στον ορεινό οικισμό Ανατολή της Όσσας.19

Από το 1688 μέχρι το τέλος τον αιώνα δεν υπάρχει καμία αναφορά για την εμφάνιση της πανούκλας.

Ο κόσμος πήρε μία ανάσα. Στις αρχές, όμως, τον επόμενου αιώνα και πάλι έκανε την εμφάνισή της, στη Λάρισα, στον Τύρναβο (παρέμεινε και το 1709), στην Ελασσόνα, στην Καρδίτσα και στο Μοσχολούρι των Σοφάδων.

Μετά από 11 χρόνια, το 1743, τα Θύματα της πανούκλας καταγράφηκαν στη Μονή της Παλιοκαρυάς τον οροπεδίου της Δεσκάτης, βορειοδυτικά της Ελασσόνας.

Το κακό παρέμεινε και το 1745, στην περιοχή των Αμπελακίων και των γύρω οικισμών της Όσσας, όπως μας πληροφορεί η παρακάτω ενθύμηση: «1745 ήλθεν ασθένεια μεγάλη εις τον κόσμον όλον τω καλοκαίρι και απεθαναν πολύς κόσμος εις όλα τα περίχορα».

Το 1759-1760, η Λάρισα, ο Τύρναβος και τα Τρίκαλα επλήγησαν, για μία ακόμα φορά από την φοβερή ασθένεια. Τον Μάρτιο τον 1762 η πανούκλα μετακόμισε από τα Τρίκαλα στην κοντινή Φαρκαδόνα (Τζηγότι). Η σχετική ενθύμηση αναφέρει και τον αριθμό των Θυμάτων: «αψξβ’ [1662] Μαρτίου μηνός τω θανατικό στο Τζηγότι και πέθαναν έως πενήντα ψυχές και παραπάνω»

Μεγαλύτερη ένταση είχε η επιδημία την άνοιξη τον 1787, η οποία έπληξε τα Τρίκαλα και την Λάρισα.

Ο θυμησογράφος αναφέρει τα εξής «Ετος 1787 Μαίου 4 έδοκεν το Θανατικόν δια τας αμαρτίας μας και απέθανον ο κόσμος όλον το καλοκαίρι Τούρκοι έως χίλιοι και παράνω άνδρες μερικοί και γυναίκες πολλές και πεδία και Χριστιανοί ως εκατόν και έγινεν μεγάλος χαλασμός εις τον κόσμον (…)»

Πριν από την εκπνοή του 18ου αιώνα το θανατικό έπληξε το Πήλιο και την περιοχή των Τρικάλων, τον Ιούνιο τον 1791. Στη Φαρκαδόνα πέθαναν περισσότερα από 40 άτομα.

Οι κάτοικοι ζήτησαν από τους καλόγερους της Μονής του Δουσίκου-Αγ. Βησσαρίωνα της Πύλης των Τρικάλων να φέρουν στον οικισμό τους την κάρα τον αγίου Βησσαρίωνα, ο οποίος θεωρούνταν προστάτης από την φοβερή πανούκλα.(13)

Η εμφάνιση τον κακού καταγράφηκε σε δύο σχετικές ενθυμήσεις με χρονολογία 1.6.1791: «1791 Ιουνήου μηνός πρώτη. «Εβάρησε το θανατηκο και απέθαναν έως σαράντα ψηχές και παράνο [παραπάνω] και πήγαμαν και ηφέραμε τον άγιον Βησάριον από Τουσηκον (Δούσικον) εις Τζηγότη Τρανόν [Φαρκαδόνα] (…)».

Εκτός από την Φαρκαδόνα την ίδια χρονιά επλήγη και το Ρίζωμα των Τρικάλων. Οι κάτοικοί τον ζήτησαν την κάρα τον αγίου Βησσαρίωνα ως ασπίδα κατά τον θανατικού. Η επιδημία τον 1791 εξακολουθούσε να ταλαιπωρεί όλη την Θεσσαλία και το 1792

‘Ενας θυμησογράφος σημείωσε, μεταξύ των άλλων και τα εξής, στις 12.6.1792:
«(…) εις τον ίδιον καιρόν ήγουν όλον τον χρόνον έστειλεν ο Θεός την ολέθριον νόσον και εις τα Τρίκαλα μάλιστα και εις όλας τας πολιτείας, Λάρισα λέγω, Θεσσαλονίκη και Αλασσώνα εις όλα τα χωρία»

Τα ίδια έγραψε και ο καλόγερος της Μονής Παλιοκαρυάς, στο οροπέδιο της Δεσκάτης, στον κώδικά της: «Εν έτει 1792 ήταν πανούκλα εις την Λάρισα, τα Τρίκαλα, Ελασσόνα και Γρεβενά, και Κατερίνη και όλα τα κάστρα (πόλεις) και τα χωρία ήταν μολυσμένα (…)»

Η αποχαιρετιστήρια επίσκεψη για τον 18ο αιώνα σημειώθηκε το έτος 1795, στην περιοχή της Αγιάς.

Στις 8 Απριλίου αυτού τον έτους «θανατηκόν περισώ είταν και εις Αγιάν», σημείωσε ένας καλόγερος της περιοχής, υποδηλώνοντας με το «και» ότι το θανατικό είχε πλήξει και άλλους οικισμούς της Αγιάς.

Χωρίς υπερβολή, λοιπόν, ειδικά ο 18ος αιώνας υπήρξε ένας αιώνας συμφορών για τους Θεσσαλούς. Καθώς δεν υπήρχαν γιατροί, η μοναδική απαντοχή τους ήταν ο Θεός. Γνωρίζοντας ότι η κάρα τον αγίου Βησσαρίωνα ήταν προστάτης κατά της πανούκλας, παρακαλούσαν τους καλογέρους της Μονής του Δουσίκου να επισκεφθούν με την κάρα τον οικισμό τους.

(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ιστορίας της ελληνικής ιατρικής ΔΕΛΤΟΣ, έτ. 21ο, τεύχος 41, Αθήνα Δεκ. 2011, ο. 23-26).

πηγή : https://www.larissapress.gr/2020/04/06/otan-mia-epidimia-sarose-ti-thessalia-me-chiliades-nekrous/