
Η Δέσποινα Στυλιανοπούλου αποτελεί μία από τις πιο αγαπητές κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου. Με την ανεπιτήδευτη ερμηνεία της και τη χαρακτηριστική φωνή της, κατάφερε να χαραχτεί στη μνήμη του κοινού ως η αφελής αλλά καλοκάγαθη επαρχιώτισσα ή οικιακή βοηθός. Το 1967, η καριέρα της γνώρισε μια πρωτοφανή έκρηξη, καθώς πρωταγωνίστησε ή συμμετείχε σε 12 διαφορετικές ταινίες μέσα σε μόλις έναν χρόνο, αριθμός-ρεκόρ για τα δεδομένα του ελληνικού κινηματογράφου.
Ανάμεσα στις ταινίες που κυκλοφόρησαν εκείνη τη χρονιά ήταν η «Γόησσα», όπου υποδύθηκε την Άννα, και η «Παιχνιδιάρα», όπου ενσάρκωσε την Ευδοξία. Στην «Χαρτορίχτρα» έπαιξε τη Φρόσω, ενώ στον «Γεροντοκόρο» είχε τον ρόλο της Δέσποινας. Το 1967 την είδαμε επίσης στην ταινία «Ουδείς αναμάρτητος» αλλά και στο «Το πιο λαμπρό αστέρι», μια από τις πιο δημοφιλείς ταινίες της εποχής.
Στην κωμωδία «Αχ! Αυτή η γυναίκα μου» υποδύθηκε τη χήρα του Μιλτιάδη, ενώ στο «Πατέρα κάτσε φρόνιμα» έπαιξε τη Δήμητρα. Η κινηματογραφική της παραγωγικότητα συνεχίστηκε με την ταινία «Το χρήμα ήταν βρώμικο», όπου έπαιξε τη σύζυγο του Γιάννη, αλλά και με τη σάτιρα «Σαπίλα και αριστοκρατία», όπου υποδύθηκε τη Ντέπυ.
Την ίδια χρονιά, ενσάρκωσε την οικιακή βοηθό στην ταινία «Δημήτρη μου Δημήτρη μου», έναν ρόλο που ταίριαζε απόλυτα στο κωμικό της ύφος. Η εντυπωσιακή λίστα ολοκληρώνεται με την ταινία «Ο γαμπρός μου ο προικοθήρας», όπου έπαιξε την Ουρανία Χρυσού.
Η ικανότητα της Στυλιανοπούλου να προσαρμόζεται σε διαφορετικούς ρόλους και η μοναδική της ενέργεια την καθιέρωσαν ως μία από τις σημαντικότερες φιγούρες της ελληνικής κωμωδίας. Εκείνη η χρονιά αποδεικνύει το πάθος της για την υποκριτική και την τεράστια ζήτηση που είχε από τους σκηνοθέτες και τους παραγωγούς.