«Για να εκφράσει κανείς όσα βιώνουμε, ειδικά στην Ελλάδα, χρειάζεται ένα νέο είδος, η… γελοιωδία» μας λέει ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος

Χάσαμε τον Μπαμπά… Ένα μυθιστόρημα (εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ) που αναφέρεται έμμεσα στην απουσία του αρσενικού προτύπου από τον σύγχρονο κόσμο. Σε πρώτο πλάνο, ένας νεανικός και ένας ώριμος έρωτας, με τις αποκλίσεις και τους παραλληλισμούς τους. Kαι στο βάθος, αλλού σπαρακτική κι αλλού τρυφερή και αστεία, η αφήγηση μιας αργοπορημένης ενηλικίωσης.«Η λογοτεχνία είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόν του ασυνειδήτου μας. Ο συγγραφέας αγνοεί ποια μηνύματα ακριβώς εκπέμπει το έργο του, και συχνά εκπλήσσεται από τον τρόπο που οι αναγνώστες το διαβάζουν. Γενικά το έργο τέχνης είναι ένας καθρέφτης όπου αντικατοπτρίζονται οι ερμηνευτές του» θα μας πει ο συγγραφέας του, Βαγγέλης Ραπτόπουλος όταν τον ρωτάμε ποιο είναι το μήνυμα που θέλει να περάσει.

Πρόκειται για ένα βιβλίο όπου υπάρχει διάχυτη μια παρωδιακή νότα… «Είναι αυτός ένας τρόπος για να ειπωθούν μεγάλες αλήθειες;» τον ρωτάμε. «Για να εκφράσει κανείς όσα βιώνουμε ειδικά στην Ελλάδα, χρειάζεται ένα νέο είδος, η γελοιωδία» μας απαντά…

Συνέντευξη στη Βιβή Μαργαρίτη

– Χάσαμε τον Μπαμπά… κ. Ραπτόπουλε, μιλήστε μου για το βιβλίο σας.

― Ένα μυθιστόρημα όπου πρωταγωνιστούν δύο έρωτες. Ο νεανικός έρωτας του Μπαμπά για τη θεία Τίνα, σε ένα χειρόγραφο ημερολόγιο. Αλλά κι ο ώριμος, άδοξος έρωτας του γιού για μια χωρισμένη μητέρα, τη Στέλλα, σαν ένα είδος γραπτής εξομολόγησης-ψυχοθεραπείας. Kαι στο βάθος, αλλού σπαρακτική κι αλλού τρυφερή και αστεία, η αφήγηση μιας αργοπορημένης ενηλικίωσης. «Χάσαμε τον Μπαμπά», δηλαδή χάσαμε το αρσενικό πρότυπο από τον σύγχρονο κόσμο.

-Ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να περάσετε;

― Η λογοτεχνία είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόν του ασυνειδήτου μας. Ο συγγραφέας αγνοεί ποια μηνύματα ακριβώς εκπέμπει το έργο του, και συχνά εκπλήσσεται από τον τρόπο που οι αναγνώστες το διαβάζουν. Γενικά το έργο τέχνης είναι ένας καθρέφτης όπου αντικατοπτρίζονται οι ερμηνευτές του.

-Απουσιάζει το ανδρικό πρότυπο από τον σύγχρονο κόσμο;

― Το αρσενικό πρότυπο τείνει να εκλείψει στις κοινωνίες μας. Τουλάχιστον σε σύγκριση με το άμεσο παρελθόν. Το ίδιο και το θηλυκό πρότυπο, εδώ που τα λέμε. Και τα δύο φύλα αντιμετωπίζουν μια κατάσταση ρευστότητας και μεταλλάσσονται, κάποτε ανταλλάσσουν ρόλους. Καλώς ορίσατε στον 21ο αιώνα.

-Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που αργούν να μεγαλώσουν;

― Υπάρχουν εκείνοι που αργούν να μεγαλώσουν και εκείνοι που μεγαλώνουν πριν την ώρα τους. Το θέμα δεν είναι τόσο σε ποια κατηγορία από τις δύο ανήκεις, αλλά κατά πόσο η ανωριμότητά σου σε μεταβάλλει σε επιπόλαιο ή σε δημιουργικό τύπο, και κατά πόσο η ωριμότητά σου σε οδηγεί στην παρακμή ή στη σοφία.

-Στο βιβλίο διακρίνω μία νότα παρωδίας… Είναι αυτός ένας τρόπος για να ειπωθούν μεγάλες αλήθειες;

― Η ζωή, ιδίως στη μεταμοντέρνα εποχή μας, σπανίως μοιάζει με καθαρόαιμη κωμωδία ή δράμα. Η παρωδία, η σάτιρα, η μαύρη κωμωδία ταιριάζουν ιδανικά σ’ αυτές τις συνθήκες όπου κυριαρχούν ο ηθικός και ιδεολογικός σχετικισμός, και εντέλει ο εγωισμός, το συμφέρον και το χρήμα. Για να εκφράσει κανείς όσα βιώνουμε ειδικά στην Ελλάδα, χρειάζεται ένα νέο είδος, η «γελοιωδία».

-Ακόμη και η καλύτερη αρχή έχει μία γεύση από τέλος;

― Ακόμη και η καλύτερη αρχή έχει μια γεύση από τέλος. Και ακόμη και το καλύτερο τέλος έχει μια γεύση από μια νέα αρχή. Θα μπορούσε κανείς να αντιστρέφει επ’ άπειρον τις σημασίες και τις φράσεις, ισχυριζόμενος ότι ισχύουν και οι μεν και οι δε. Μοιάζει με φιλοσοφία ζεν ή με αυτοκινητόδρομο διπλής κατεύθυνσης, και βρίσκεται πιο κοντά στην αλήθεια από τις δογματικές αποφάνσεις που είναι μονόδρομοι.

-Αλήθεια, πόσες παρανοϊκές σκέψεις μάς περνάνε κάθε μέρα από το μυαλό, χωρίς να τους δίνουμε ιδιαίτερη σημασία;

― Η καθημερινότητά μας βρίθει από παράνοια, στην οποία συνήθως δεν δίνουμε ιδιαίτερη σημασία, προκειμένου να επιβιώσουμε με τις λιγότερες αβαρίες. Η ζωή στο βάθος είναι όχι απλώς παρανοϊκή, αλλά απολύτως παράλογη. Αυτό, όμως, οφείλεις να το ξεχνάς για να τη ζεις, και κυρίως για να την απολαμβάνεις. Χρειάζεται να το θυμάσαι μόνο όταν αφηγείσαι και δημιουργείς.


Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος (Αθήνα, 1959) έχει δημοσιεύσει περισσότερα από είκοσι έργα μυθοπλασίας (ΔιόδιαΤα τζιτζίκιαΟ εργένηςΛούλαΗ απίστευτη ιστορία της πάπισσας ΙωάνναςΜαύρος γάμοςΗ επινόηση της πραγματικότηταςΦίλοιΙστορίες της ΛίμνηςΗ πιο κρυφή πληγή κ.ά.), τέσσερα βιβλία μεταξύ χρονικού και αυτοβιογραφίας (Ακούει ο Σημίτης Μητροπάνο;Η δική μου ΑμερικήΛίγη ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίαςΗ υψηλή τέχνη της αποτυχίας), καθώς και μια συλλογή-σύνθεση με μεταφρασμένα αποσπάσματα από αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Έργα του μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες και διασκευάστηκαν για το θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Το προσωπικό αρχείο του βρίσκεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη.


Περιγραφή του βιβλίου

Πριν από είκοσι χρόνια, ο πατέρας του Άγγελου Γεωργιάδη εγκατέλειψε τον ίδιο και τη μητέρα του για χάρη της θείας Τίνας. Tώρα ο θάνατος του Mπαμπά θα φέρει σε επαφή τα εναπομείναντα μέλη της οικογένειας. Kαι στην κατοχή του γιου θα περιέλθει ένα τετράδιο, όπου ο πατέρας του αφηγείται την αρχική φάση του έρωτά του με τη μικρή αδελφή της μαμάς. Διαβάζοντας το χειρόγραφο, ο τριαντάχρονος Άγγελος θα οδηγηθεί σε έναν γραπτό αναστοχασμό της δικής του ζωής, που θυμίζει αυτοσχέδια ψυχοθεραπεία. Και θα αποπειραθεί να εξερευνήσει το παρελθόν, αλλά και το παρόν του, αναζητώντας τη λύτρωση.

Ένα μυθιστόρημα που αναφέρεται έμμεσα στην απουσία του αρσενικού προτύπου από τον σύγχρονο κόσμο. Σε πρώτο πλάνο, ένας νεανικός και ένας ώριμος έρωτας, με τις αποκλίσεις και τους παραλληλισμούς τους. Kαι στο βάθος, αλλού σπαρακτική κι αλλού τρυφερή και αστεία, η αφήγηση μιας αργοπορημένης ενηλικίωσης.