Πρόκειται για ένα από τα πιο εντυπωσιακά μοναστήρια της Ηπείρου

Η μονή γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση κατά τον 18ο αιώνα και οι μοναχοί της διακρίθηκαν για το κοινωνικό τους έργο. Μάλιστα είναι γνωστό ότι το 1760 ο ηγούμενός της Καλλίνικος προσέφερε χρήματα για την κατασκευή γεφυριού. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, σύμφωνα με την παράδοση, στη μονή λειτουργούσε κρυφό σχολειό, ενώ η σπηλιά που βρίσκεται στον βράχο χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο από τους κατοίκους της περιοχής. Τον 19ο αιώνα η μονή εγκαταλείφθηκε και το 1931 έγινε μετόχι της μονής Τσούκας.
Η πρόσβαση στη μονή γίνεται από ένα μονοπάτι που είναι λαξευμένο στον βράχο και μια κρεμαστή ξύλινη γέφυρα, την οποία σήκωναν οι μοναχοί για να αποκόπτουν την πρόσβαση. Το καθολικό έχει ως στέγη τον φυσικό βράχο, που έχει λαξευτεί έτσι ώστε να σχηματίζει θόλο. Είναι μικρή μονόκλιτη βασιλική με νάρθηκα και στο εσωτερικό σώζονται τοιχογραφίες που χρονολογούνται στα τέλη του 17ου ή στις αρχές του 18ου αιώνα. Το επιχρυσωμένο ξύλινο τέμπλο και οι εικόνες του Ιωάννη από την Σαγιάδα είναι έργα του 18ου αιώνα.
Από τον πρόναο του ναού ξεκινά η σπηλιά με τους σταλαγμίτες και σταλακτίτες, που φθάνει σε μήκος 240 μέτρων, αλλά δεν είναι επισκέψμη. Τα κελιά είναι πλήρως ανακαινισμένα, διαμορφωμένα με ξύλινες προεκτάσεις και δημιουργούν εξαιρετικό αρχιτεκτονικό συγκρότημα δύο επιπέδων, απόλυτα εναρμονισμένο με τον βράχο.