Οκτώβρης. Μήνας εθνικής εορτής και κυρίως σχολικής εορτής. Όλες οι μικρομάνες και όλοι οι μικρομπαμπάδες που έχουν τα παιδιά τους είτε στον παιδικό σταθμό είτε στη νηπιαγωγείο, για πρώτη φορά θα κληθούν να παρακολουθήσουν τον σχολικό εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου, μια μέρα εθνικής περηφάνιας για το βροντόφωνο ΟΧΙ των Ελλήνων, μια μέρα σύμβολο της αντίστασης σε κάθε μορφή υποταγής, μια μέρα τιμής σε όσους έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία (κρατήστε το αυτό). Και για πρώτη φορά, είτε είναι υπέρ της κατάργησης των σχολικών παρελάσεων είτε όχι, δακρύζουν στη σκέψη ότι το παιδάκι τους μεγάλωσε και ήρθε η ώρα περήφανο και με δυνατή καθάρια φωνή να απαγγείλει το πρώτο του ποίημα.
Όλα καλά κι ωραία ως εδώ. Τι συμβαίνει όμως όταν το παιδάκι αυτό ναι μεν μεγάλωσε και πήγε στο σχολείο, αλλά δεν του αρέσει καθόλου μα καθόλου η ιδέα να συμμετάσχει στη σχολική εορτή; Τι συμβαίνει όταν δεν θέλει να πει το ποίημά του, αυτό που τόσο ωραία και γλυκά απαγγέλλει το βράδυ στην κουζίνα, αλλά το πιάνουν τα κλάματα στην ιδέα και μόνο να πιάσει το μικρόφωνο και να το απαγγείλει μπροστά στον κόσμο;
1983. Μαθήτρια νηπιαγωγείου. Φόρεσα την μπλε πλισέ φουστίτσα μου, το άσπρο μου πουκαμισάκι και με μια γαλανόλευκη πλαστική σημαιούλα ξεκίνησα για το σχολείο. Στο δρόμο επαναλάμβανα από μέσα μου το ποίημα που μου είχε αναθέσει η δασκάλα και που τόσο καλά είχα αποστηθίσει. Κι ενώ ένιωθα πανέτοιμη, όταν μπήκα στο μικρό αμφιθέατρο κι είδα τον κόσμο που είχε μαζευτεί, πάγωσα. Ένιωσα τα χέρια μου να ιδρώνουν. Το στόμα μου να στεγνώνει. Την καρδιά μου να χτυπά μανιασμένα και την κοιλιά μου να γουργουρίζει, όχι από πείνα, αλλά από ανησυχία. Είχα ξεχάσει για ποιο λόγο βρισκόμουν εκεί. Διστακτικά και έτοιμη να μπήξω τα κλάματα ψιθύρισα με όση φωνή έβγαινε ανεμπόδιστη από τους λυγμούς, που ανέβαιναν στο λαιμό μου και που το μυαλό μου έσπρωχνε με βία προς τα κάτω, «Μαμά, δεν θέλω να πω ποίημα…». Κι όσο με ακούσατε εσείς, άλλο τόσο με άκουσε και μου έδωσε σημασία η μαμά μου. Ένα ξερό «Έλα μη ντρέπεσαι. Τόσες πρόβες έχουμε κάνει» είπε και με οδήγησε στη σκηνή με τους άλλους συμμαθητές μου. Μα εγώ δεν ντρεπόμουν απλά, ΦΟΒΟΜΟΥΝ. Και μόνο που έβλεπα τα φλας να ανάβουν, ήθελα να κρυφτώ πίσω από το φουστάνι της μαμάς μου, για να μην πω από κάτω. Να μην τα πολυλογώ, τζάμπα οι πρόβες. Πανωλεθρία. Έπιασα το μικρόφωνο στα χέρια μου και με το που ένιωσα τα βλέμματα όλων πάνω μου, γιατί από το άγχος ξέχασα να σας πω δεν έβλεπα τη μύτη μου, ο κόμπος που ένιωθα στο λαιμό μου, έγινε ένα «ε….ε….ε….». και μετά δεν θυμάμαι τίποτα… Το ποίημα δεν το είπα νεράκι και με δυνατή καθάρια φωνή, όπως προσδοκούσε η μαμά μου, αλλά με τρεμάμενη φωνή, κομπιάζοντας, που αμφιβάλλω αν άκουσε κανείς τι έλεγα. Το περίεργο δε είναι ότι το θυμάμαι ακόμα. Και το ακόμα πιο περίεργο ότι φέτος στο νηπιαγωγείο η κόρη μου έχει το δεύτερο τετράστιχο από το ίδιο ποίημα. Κάποιος μου κάνει πλάκα, δεν μπορεί…
Είμαι εγώ μια Ελληνοπούλα που σαν μια Σουλιωτοπούλα,
αγαπώ με την καρδιά μου την Πατρίδα τη γλυκιά μου.
Κι αν ο εχθρός μας έρθει πάλι με σκοπό να μας προσβάλει,
ΟΧΙ, δεν θα τον αφήσω και θα του φωνάξω «Πίσω»!
Το «Όπου γάμος και γιορτή η Βασίλω πρώτη», βγήκε για τη Βασίλω μόνο. Όχι για όλα τα παιδιά. Με λίγα λόγια, δεν είναι υποχρεωτικό όλα τα παιδιά να πούνε ποίημα, να συμμετάσχουν στην σχολική γιορτή. Αν δεν μπορείτε να βοηθήσετε το παιδί να ξεπεράσει το φόβο του, που προσωπικά δεν θα έμπαινα καν στο τρυπάκι, αποδεχτείτε τουλάχιστον ότι δυσκολεύεται και μην ακυρώνετε τα συναισθήματά του. Δεν είναι γεννημένοι όλοι για πρωταγωνιστές. Δεν αρέσουν σε όλους τα χειροκροτήματα και οι φωτογραφίες. Και στο κάτω κάτω γιατί θα πρέπει να υποστεί τόσο άγχος; Υπάρχει κάποιος λόγος που μου διαφεύγει; Θα πάρει κάποιο έπαθλο ίσως; Τι έγινε κι αν δεν πει ποίημα; Σάμπως είναι προϋπόθεση για να γίνει δεκτό στο Harvard; Είτε το πει είτε όχι, και διορθώστε με παρακαλώ αν κάνω λάθος, ένα και το αυτό είναι. Δεν έχει να κάνει με την σχολική του επίδοση, την ευφυΐα του ή την κοινωνικοποίησή του. Απλά δεν του αρέσει η έκθεση. Γούστο το και καπέλο του. Για σκεφτείτε πως θα νιώθατε εσείς, αν αύριο σας έλεγε ο προϊστάμενός σας να ανεβείτε σε μια σκηνή, μπροστά σε κόσμο, φλας και κάμερες, και να βγάλετε ένα λόγο; Ε μη μου πείτε ότι μια ταχυπαλμία, μια ναυτία, δεν σας χτυπά την πόρτα;
Γι’ αυτό σας λέω. Δεν υπάρχει λόγος να πιέσετε το παιδί σας και να το πάρετε κατάκαρδα αν, εξαρχής ή όπως συνέβη στην περίπτωσή μου τελευταία στιγμή, δεν θέλει να σταθεί μπροστά σε γονείς και παππουδογιαγιάδες για να πει ένα ποίημα. Και τι ποίημα δηλαδή; Με το ζόρι ένα τετράστιχο. Θα υπάρξουν και επόμενες σχολικές γιορτές. Μην μου στενοχωριέστε. Θα έχετε πολλές ευκαιρίες να το καμαρώσετε. Γιατί κακά τα ψέματα, γι’ αυτό το καμάρι, κι εκείνο το δάκρυ συγκίνησης γίνονται όλα, για τη δική μας «ικανοποίηση», τις δικές μας προσδοκίες.
Ελληνίδα μάνα, Έλληνα πατέρα, συμφωνώ πως πρέπει να δίνουμε ρίζες στα παιδιά μας, όπου ρίζες στην περίπτωσή μας είναι να τα καταστήσουμε κοινωνούς της ιστορίας αυτού του τόπου. Αλλά πρέπει να τους δίνουμε και φτερά. Και φτερά δεν δίνουμε με το να τα ζορίζουμε προσδοκώντας να πετάξουν, όπου πέταγμα στην περίπτωσή μας είναι να απαγγείλουν ένα ποίημα, που ναι μεν έχουν αποστηθίσει ή μάλλον παπαγαλίσει όταν πρόκειται για τόσο μικρές ηλικίες, αλλά δυσκολεύομαι να πιστέψω πως το έχουν κατανοήσει. Φτερά δίνουμε όταν συμμεριζόμαστε το άγχος τους, όταν τα συμπονάμε, όταν σεβόμαστε τις επιθυμίες τους, όταν τα στηρίζουμε στις επιλογές τους, κι όταν ο θαυμασμός μας και το καμάρι που νιώθουμε γι΄ αυτά δεν εξαρτάται από ένα χειροκρότημα.
Το νου σας λοιπόν! Αν σας έρθουν σπίτι με ένα χαρτάκι με δυο ή τρία δίστιχα, βάλτε το στο ψυγείο με μαγνητάκι και μην το κάνετε σημαία. Και αν το παιδί δεν θέλει να πει ποιηματάκι, ε δεν έγινε και τίποτα. Μπορεί κάλλιστα να βολευτεί στην αγκαλιά σας και μαζί να χειροκροτήστε τους συμμαθητές του, κι όλα καλά κι ωραία. Γιορτή σημαίνει να περνάμε καλά. Όχι να στενοχωριόμαστε!
Και του χρόνου πάλι 28η Οκτωβρίου θα είναι!…