Ρέα Βιτάλη: Τις πιο ακραίες μυθιστορηματικές ιστορίες τις γράφει η ζωή

«Ποιος χόρτασε τη ζωή;» μας λέει η γνωστή συγγραφέας και μας μιλά για το νέο της βιβλίο με τίτλο «Δεν πέθανα εγκαίρως»

Δεν πέθανα εγκαίρως… Ένα βιβλίο για μία ζωή μυθιστορηματική, με ακραία συναισθήματα κι άλλο τόσο ακραία αποτύπωση των συναισθημάτων της, μια ζωή που ακολουθεί τους δικούς της ηθικούς κανόνες που τους υπερασπίζεται με γενναιότητα, μια ζωή βουτηγμένη στον έρωτα! Αυτό είναι το νέο βιβλίο (εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ) της Ρέας Βιτάλη η οποία ακολουθεί τη ζωή του Κώστα Τσόκλη. «Αποφάσισα να μεταφέρω όλη την αλήθεια, όχι να την ξεμπροστιάσω….» τονίζει η συγγραφέας η οποία μας μιλά για το βιβλίο της, τη γνωριμία της με τον Κώστα Τσόκλη, «τον πλέον ανήσυχο Έλληνα καλλιτέχνη σύγχρονης τέχνης» όπως η ίδια λέει, τα βιβλία της, τη ζωή και το θάνατο…

Συνέντευξη στη Βιβή Μαργαρίτη

κ. Βιτάλη περιγράψτε μου με δύο λόγια το νέο σας βιβλίο «Δεν πέθανα εγκαίρως».

-Μα, με δυο λόγια; Δυο λόγια για μια ζωή-ζωή; Μια ζωή μυθιστορηματική, με ακραία συναισθήματα και άλλο τόσο ακραία αποτύπωση των συναισθημάτων της, μια ζωή που ακολουθεί τους δικούς της ηθικούς κανόνες που τους υπερασπίζεται με γενναιότητα, μια ζωή βουτηγμένη στον έρωτα! Ιερό της η έμπνευση, απ΄όποιο λουλούδι μπορεί, ως μέλισσα, να ρουφήξει χυμούς ο καλλιτέχνης. Μια ζωή τέχνη καθώς τέχνη είναι ο τρόπος που ζεις. Κι ο εαυτός σου, αν το καλοσκεφτείς, ένα δικό σου έργο τέχνης είναι. Στο βιβλίο μου ακολουθώ τα βήματα της ζωής του Κώστα Τσόκλη. Από τη γέννησή του. Ενός γνωστού μας αγνώστου. Πόσα δεν ξέρουμε για τον Κώστα Τσόκλη! Και κοντά σ΄ εκείνον “ακολουθούμε” τα βήματα αυτών των πλασμάτων, των θνητών-μη θνητών. Αυτών που έχουν κλείσει ραντεβού με την αθανασία μέσω των έργων τους.

-Γιατί ένα βιβλίο για το Κώστα Τσόκλη; Τι σας παρακίνησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;

-Γνώρισα τον Κώστα Τσόκλη από το πουθενά. Λατρεύω αυτό το “από το πουθενά”. Είναι το σημείο που δεν σηκώνει εξηγήσεις. Μιλάνε τα υποσυνείδητα των ανθρώπων. Κάτι απροσδιόριστο μ΄έκανε να τον ρωτήσω “Εσάς, ποιος θα γράψει τη βιογραφία σας;”, κάτι απροσδιόριστο έκανε εκείνον να μου απαντήσει “Εσύ” και γω βρέθηκα ν΄ανοιγοκλείνω τα βλέφαρά μου όπως εκείνες οι παλιές πορσελάνινες κούκλες, που υπάρχουν μόνο στα αντικεράδικα πιά. Ήταν μια τόσο γοητευτική διαδικασία, το όλο εγχείρημα, που αρνούμαι να την ανατομίσω. Το μόνο που ελπίζω είναι, να έχω καταφέρει να μεταφέρω, τη γοητεία του ταξιδιού μου στη ζωή του και στον αναγνώστη. Άλλωστε οι πιο γοητευτικές χώρες είναι οι άνθρωποι. Μιλάμε για τον πλέον ανήσυχο Έλληνα καλλιτέχνη σύγχρονης τέχνης. Που παραμένει ανήσυχος στα 85 του χρόνια. Έναν διαχρονικά μοντέρνο. Ένα ερωτικό ον.

-Είναι δύσκολο να γράφεις για την τέχνη κι ακόμη δυσκολότερο για έναν άνθρωπο της τέχνης; Σας δυσκόλεψε η συγγραφή;

-Με δυσκόλεψε το πόσο ανοιχτός ήταν. Περίεργο δεν ακούγεται; Με τι τεράστια ευκολία άπλωνε την αλήθεια του στα χέρια μου! Έζησα τον τρόμο μπροστά στην ελευθερία στο πετσί μου. Με τον εαυτό μου έπρεπε να παλέψω, όχι με τον Τσόκλη. Αποφάσισα να μεταφέρω όλη την αλήθεια, όχι να την ξεμπροστιάσω….Σε μια εποχή μαζικού ξεμπροστιάσματος. Πώς θα μπορούσα να του φερθώ αλλιώς; Ο Τσόκλης με γοήτευσε.

-Αλήθεια υπάρχει η κατάλληλη στιγμή για να πεθάνει κάποιος;

-Αστειεύεστε; Ποιος χόρτασε ζωή; “Δεν πέθανα εγκαίρως” μου είπε ο Τσόκλης σε κάποιο σημείο των συναντήσεών μας. Άστον να λέει!

-Είχατε υποσχεθεί στον εαυτό σας πως κάποτε θα γράψετε ένα βιβλίο (“Κάποτε θα γράψω ένα βιβλίο” ο τίτλος του πρώτου σας βιβλίου) και τελικά γράψατε δύο… Είναι ένα τρίτο στα σχέδιά σας;

-Κατά βάθος πάντα είμαι ένας κόπρος σκύλος. Μυρίζω, περπατάω σβέλτα σε λεωφόρους, λιάζομαι, σ’ άλλους γαβγίζω κι ας περνάνε δίπλα τους χίλιοι άλλοι, άλλους τους ακολουθώ. Το ποιους ακολουθώ, είναι το δικό μου ιερό. Το ένστικτο είναι πιο έξυπνο από το μυαλό. Γεννήθηκα να παρατηρώ και ν’ ακολουθώ γοητευτικά πλάσματα. Εν ολίγοις, για το τρίτο βιβλίο, το ένστικτο ξέρει. Και γω σέβομαι τους χρόνους όπως μου τους ορίζει εκείνο.

-Και τα δύο σας βιβλία στηρίζονται σε βιογραφικά στοιχεία (για την ακρίβεια ο πρώτο σε αυτοβιογραφικά). Σας εμπνέει αυτό το είδος περισσότερο από άλλα;

-Τις πιο ακραίες μυθιστορηματικές ιστορίες τις γράφει η ζωή. Το μυθιστόρημα, δεν πιάνει μια, μπροστά στη δική της φαντασία. Οι πιο ακραίοι μυθιστορηματικοί ήρωες ζούνε ακριβώς δίπλα μας. Έχω μια μανία να τους εντοπίζω.

[quote_box_center]

Η Ρέα Βιτάλη μας μιλά για εκείνη

Γεννήθηκα το 1961. Είναι και μπόλικα τα χρόνια. Τι να πρωτοσημειώσεις; Είχε σταθμούς, αφίξεις, αναχωρήσεις… Οι τελευταίες πονάνε. Είχε σημαντικούς, αγαπημένους, ακριβούς. Είχε έρωτες βαρβάτους και ανεμοέρωτες. Είχε τον έναν.Παιδιά, εγγόνια. Είχε λόγια, μάτια, βλέμματα. Σχεδόν βλεμματοδοτούμενη. Επαγγελματικά είχε πολλά, πολλά χρονογραφήματα. Γεννήθηκα, βλέπεις, με το κουσούρι της παρατηρητικότητας και της καταγραφής. Χρονογραφήματα στους 4 Τροχούς, στις ΕΙΚΟΝΕΣ, στον Ταχυδρόμο, στο PROTAGON.GR ως ιδρυτικό μέλος. Είχε σπουδή στην Ιστορία της Τέχνης. Είχε το πρώτο μου βιβλίο, Κάποτε θα γράψω ένα βιβλίο. Έχει το δεύτερό μου εγκαινιάζοντας τη συνεργασία μου με τις Εκδόσεις Διόπτρα. Τι να λέμε; Πλήρης ζωής. Πλήρης; Αστειεύομαι. Χωράω ζωή ακόμα.

[/quote_box_center]

Οπισθόφυλλο βιβλίου

Τι σόι άνθρωπος… Να ’ξερες πόσες φορές το μονολόγησα.

Έτσι καθώς ακολουθούσα τη σκιά της ζωής του όλης. Τι σόι άνθρωπος… Να! Τότε που τον είδα να σημαδεύει με το μαχαίρι, ο ίδιος σου λέω, το χέρι του… Να κόβει το δάχτυλό του μπροστά στα μάτια της. Να της στραγγίζει το αίμα του όλο. Τι σόι άνθρωπος… Όταν έτρεχε με μια κούτα τσιγάρα στα χέρια, ανάμεσα από διασταυρούμενα πυρά πολέμου, για ένα «ψιτ, μικρέ», που ακούστηκε από ένα παράθυρο που ανοιγόκλεισε σβέλτα. Όταν είδε το φίλο του να πεθαίνει μπροστά στα μάτια του. Όταν έλεγε «εγώ θα είμαι μια μεγαλοφυΐα!» κι ήτανε μια σταλιά. Όταν ταξίδευε για Ρώμη. Τότε που όλη η Ελλάδα μετανάστευε… Εννιακόσιες… Άκου νούμερο! Εννιακόσιες νύφες μιας και μόνης καραβιάς για Αυστραλία, για να συναντήσουν ένα γαμπρό που είχαν δει μόνο σε φωτογραφία… Κι αυτός… Μετανάστης. Πολιτιστικός μετανάστης, γι’ αυτό που εκείνος όριζε ως «ψωμί». Στη Ρώμη του 1957 και στο Παρίσι του 1960. Δεν μπορείς να φανταστείς τι γινότανε στη Ρώμη του ’57 και στο Παρίσι του ’60! Τι σόι άνθρωπος… Όταν την είδε τόσο μα τόσο όμορφη, με τα μαλλιά της ανακατεμένα από έρωτα και ένα δευτερόλεπτο μετά… Άσ’ τα! Θα τα διαβάσεις. Τι σόι άνθρωπος… Σ’ εκείνη τη μικρή αυλή… Εκεί! Όπως τα είχε στοιβαγμένα, έριξε βενζίνη και έβαλε φωτιά! Τα έκαψε, σου λέω, όλα. Τι σόι άνθρωπος είναι αυτός που κατόρθωσε να λογαριαστεί με θηρία! Που δεχόταν επάνω του, καταπάνω του, κατάσαρκα, όλα τα ηλεκτρικά βολτ της παγκόσμιας τέχνης. Και καταγράφηκε στη λίστα των πιο σημαντικών προσωπικοτήτων του 20ού αιώνα. Και κείνος… Άκου! «Κινδύνευα να αυτοκαταστραφώ», μου είπε. Τι σόι άνθρωπος… Εκεί στη Βενετία. Όταν μου μιλούσε για τότε… Την πιο μεγάλη του στιγμή. «Δεν πέθανα εγκαίρως, ο μαλάκας». Το είπε και το πίστευε.