Πρόσφυγες: ανάμεσα στη φυγή και την ελπίδα-Οι πρόσφυγες που κατέφθασαν στο Μουργκάνι (Καλαμπάκα) μοιράζονται τις τραγικές ιστορίες τους

Δεκάδες άνθρωποι με ραγισμένα τα όνειρά τους, δεκάδες οικογένειες με τις ελπίδες τους για μία καλύτερη ζωή μέσα σε δύο μπόγους, δεκάδες ψυχές βασανισμένες, δεκάδες παιδικά χαμόγελα που φωτίζουν μέσα στην άγνοιά τους, τη «σκοτεινιά» της περιπέτειας που έχουν μπει κυνηγώντας το δικαίωμα στη ζωή.

Της Βιβής Μαργαρίτη

Άνθρωποι που εγκατέλειψαν τα πάντα για να σωθούν, για να ζήσουν ειρηνικά, γονείς που πήραν τα παιδιά τους αγκαλιά με προορισμό… ζωή και μόνο τους «μέσο» την ελπίδα.  Αυτοί είναι οι άνθρωποι που εμείς συναντήσαμε σήμερα στο Μουργκάνι στα Τρίκαλα. Άνθρωποι αξιοπρεπείς που το μόνο που ζητούν είναι να τους επιτραπεί να φύγουν από τη χώρα και να φτάσουν στον προορισμό τους στη Γερμανία κι αλλού, όπου θα συναντήσουν και πάλι μέλη της οικογένειάς τους, φίλους, γνωστούς… Όπου θα βρουν ένα καλύτερο αύριο μακριά από τη βία, μακριά από τον πόλεμο. Το μόνο που θέλουν να ζήσουν ειρηνικά και το φωνάζουν δυνατά για να ακουστούν. «Οι πρόσφυγες είναι άνθρωποι», η «προσφυγιά δεν είναι επιλογή», «θέλουμε να περάσουμε τα σύνορα» γράφουν σε πλακάτ θέλοντας να πουν όσο δεν μπορούν να πουν με άλλο τρόπο.

Από χθες στο Μουργκάνι, βρίσκονται εγκλωβισμένοι περίπου 350 πρόσφυγες. Ενώ μέχρι το βράδυ αναμένονται να φτάσουν άλλοι τόσοι περίπου. Ψυχές εγκλωβισμένες στο πουθενά. Περιμένουν απλά να δουν μέχρι που θα φτάσουν. Όλοι έχουν να πουν μία πικρή προσωπική ιστορία. «Κανείς δεν φεύγει από την πατρίδα του αφήνοντας πίσω τα πάντα, εάν δεν κινδυνεύει. Κανείς δεν βάζει σε αυτή την περιπέτεια τα παιδιά του, εάν αυτός δεν είναι ο μόνος τρόπος να τα σώσει» μας λέει μία 25χρονη Σύρια, μητέρα 4 παιδιά. Όλα μωρά από 2 έως 6 χρονών. Εκείνα μας χαμογελούν και μας στέλνουν φιλιά, παίζουν μαζί μας όταν τους δίνουμε μερικές λιχουδιές. Πιάνουν την καρδούλα τους για να μας ευχαριστήσουν κι αυτό είναι το μεγαλύτερο ευχαριστώ που μπορεί να πάρει κάποιος σε όλη του τη ζωή, από μία τόση δα μικρή πράξη που έκανε.

Ο Αμπντάλα είναι Σύριος. Είναι εδώ με τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά του. Το ένα 18 μηνών και το άλλων 2 ετών. «Έφυγα από τη Συρία. Είχαμε 3 σπίτια και ισοπεδώθηκαν και τα 3» μας λέει με σπαστά αγγλικά. Κοιτάζονται με τη γυναίκα του και δακρύζουν «Αφήσαμε πίσω τη ζωή μας και πάμε στο άγνωστο για να τη στήσουμε από την αρχή».

Ένας άλλος μας φωνάζει λίγο πιο πέρα. Νομίζουμε ότι χρειάζεται βοήθεια καθώς ανοίγει τους επιδέσμους που έχει στα πόδια του. «Είναι τα σημάδια του πολέμου» μας εξηγεί ένας νεαρός που μεταφράζει στα αγγλικά. «Έσκασε βόμβα δίπλα του. Σώθηκε από θαύμα. Έχει σημάδια σε όλο του το σώμα» κι εκείνος δεν διστάζει να τα δείξει.

Όποιον βλέπουν με κάμερα και φωτογραφική μηχανή τον πλησιάζουν. Θέλουν να πουν την ιστορία τους, να ζητήσουν βοήθεια. Μία τέτοια περίπτωση είναι κι ένας Αφγανός γύρω στα 55. «Πριν δύο χρόνια οι Ταλιμπάν σκότωσαν τον 18χρονο γιο μου μπροστά στα μάτια μου, τον αποκεφάλισαν. Η γυναίκα μου με τα άλλα 2 παιδιά μου έφυγε για τη Γερμανία. Αυτούς πάω να συναντήσω. Δεν έχω επικοινωνία μαζί τους. Κάποιος φίλος μου μου είπε ότι τους είδε και ξέρει που βρίσκονται και πάω να τους βρω. Σας παρακαλώ βοηθείστε με να περάσω τα σύνορα. Να φτάσω στον προορισμό μου. Να συναντήσω την οικογένειά μου» λέει.

Μία νεαρή Αφγανή μητέρα 3 παιδιών, έρχεται κλαίγοντας. «Αφήστε μας να περάσουμε τα σύνορα. Αφήστε μας να ζήσουμε» αναφέρει.

Κάθε άνθρωπος και μία τραγική ιστορία. Ξέρουν ότι η Ελλάδα δεν φταίει, αλλά θερμοπαρακαλούν να μην μείνουν εδώ.